27 Αυγ 2020
Από την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης (όπως κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα) απορρέει η υποχρέωση σχεδιασμού και προγραμματισμού για την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων, ώστε να εξασφαλίζεται αφενός μεν η μείωση των δυσμενών για το περιβάλλον επιπτώσεων και ο σεβασμός της φέρουσας ικανότητας της περιοχής στην οποία αναπτύσσεται η σχετική δραστηριότητα, αφετέρου δε η ορθολογική και με φειδώ εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Εξειδικεύοντας την συνταγματική αυτή επιταγή, ο νομοθέτης προέβλεψε, με τον ν. 1428/1984, όπως ισχύει, τον καθορισμό λατομικών περιοχών σε κάθε νομό της Χώρας με απόφαση του οικείου Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, και επέτρεψε την εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών, κατ’ αρχήν, μόνο στις περιοχές αυτές. Μεταξύ των απαγορευτικών λόγων του άρθρου 10 του ν. 1428/1984 δεν περιλαμβάνεται η τυχόν ύπαρξη ρέματος στην περιοχή, η οποία ανάγεται στο στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και όχι της έγκρισης λατομικής περιοχής ή της δημοπράτησής της, αφού ο καθορισμός των οριογραμμών του ρέματος αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση για την έκδοση της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων έργου ή δραστηριότητας που βρίσκεται πλησίον του ρέματος. Εξάλλου, η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων προβλέπεται για συγκεκριμένα έργα και συνεπώς πρέπει να τηρείται πριν την χορήγηση αδείας εκμετάλλευσης λατομείου και όχι πριν τον χαρακτηρισμό ευρύτερης περιοχής ως λατομικής. Τούτο, άλλωστε, προκύπτει και από το γεγονός ότι με την 4580/2011 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι μόνο η …/2005 απόφαση του Γενικού Διευθυντή Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων είναι ακυρωτέα λόγω της παράλειψης οριοθέτησης του ρέματος, και συνακόλουθα και η …/2005 πράξη έγκρισης μίσθωσης. Αντιθέτως, η υπ’ αριθ. …/2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έγκρισης του αποτελέσματος της δημοπρασίας και η υπ’ αριθ. …/2006 απόφαση του ίδιου οργάνου, περί έγκρισης της ίδρυσης του λατομείου, ακυρώθηκαν για εντελώς διαφορετικό λόγο και συγκεκριμένα επειδή ο χώρος του λατομείου είχε δασικό χαρακτήρα και δεν είχε διερευνηθεί εάν τυχόν υπάρχει άλλη έκταση, μη δασικού χαρακτήρα, κατάλληλη για το σκοπό αυτό. Με τα δεδομένα αυτά, λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) η ενάγουσα αποδίδει την υλική και ηθική βλάβη που υπέστη, της οποίας την αποκατάσταση ζητεί με την υπό κρίση αγωγή, αποκλειστικώς στην παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς της, παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του εναγομένου να ελέγξουν την ύπαρξη ρέματος εντός της λατομικής περιοχής - με αποτέλεσμα να προβούν, ως μη όφειλαν, στη δημοπράτησή της - και να οριοθετήσουν το υπάρχον ρέμα, β) πλην δεν υπήρχε τέτοια υποχρέωση των αρμοδίων υπηρεσιών στο στάδιο της δημοπράτησης αλλά μόνο στο στάδιο της έγκρισης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά το οποίο, όμως, δεν αποδεικνύεται ότι εμφιλοχώρησε παράνομη παράλειψη της διοίκησης να οριοθετήσει το εν λόγω ρέμα, διότι προϋπόθεση για την οριοθέτησή του ήταν η υποβολή εκ μέρους της ίδιας της ενάγουσας σχετικής αίτησης και των απαιτούμενων δικαιολογητικών εκ μέρους της, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι, πράγματι, μετά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης έλαβε χώρα οριοθέτηση του ρέματος, και γ) σε κάθε περίπτωση, αλυσιτελώς προβάλλει η ενάγουσα ότι υπέστη ζημία από την ακύρωση των πράξεων έγκρισης μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και της έγκρισης μίσθωσης λόγω της παράλειψης οριοθέτησης του ρέματος, εφόσον, πάντως, ακυρώθηκαν για άλλον λόγο τόσο η απόφαση έγκρισης του αποτελέσματος της δημοπρασίας όσο και η απόφαση έγκρισης της ίδρυσης του λατομείου και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στην άσκηση της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, χωρίς να προβάλλεται παρανομία των οργάνων του δημοσίου που να οδήγησε στην απόφαση αυτή, κρίνεται ότι δεν αποδείχθηκαν τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ερείδεται η υπό κρίση αγωγή.