27 Φεβ 2024
Με την κρινόμενη αίτηση, οι αναιρεσείοντες και φερόμενοι ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της μητέρας τους, στρέφονται κατά του e-Ε.Φ.Κ.Α. και κατά του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., επιδιώκοντας την αναίρεση της υπ’ αριθ. 1167/2017 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Δυνάμει της τελευταίας, απορρίφθηκε η έφεση της αποβιωσάσης κατά της υπ’ αριθ. 17361/2014 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία απέρριψε την ασκηθείσα από εκείνη προσφυγή κατά της σιωπηρής απόρριψης της αίτησής της από το Τοπικό Υποκατάστημα Ασφαλισμένων του Εντασσόμενου Τ.Σ.Π.-Η.Σ.Α.Π. και του Εντασσόμενου Κλάδου Σύνταξης Τ.Σ.Ε.Α.Π.Γ.Σ.Ο. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ (υποβληθείσας από κοινού με άλλους συνταξιούχους του Ταμείου Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων). Η αποβιώσασα δικαιούχος της συνταξιοδοτικής παροχής είχε αιτηθεί την τροποποίηση της αρχικής συνταξιοδοτικής απόφασης του συζύγου της και, ακολούθως, τον επανακαθορισμό της απονεμηθείσας στην ίδια σύνταξης (κύριας και επικουρικής), λόγω του θανάτου του συζύγου της, προβάλλοντας ότι η μη εφαρμογή της ευμενέστερης διάταξης του Ν. 3029/2002 και σε όσους χορηγήθηκε σύνταξη προ του έτους 2003, αντίκειται στις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας. Ωστόσο, σύμφωνα με το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η επελθούσα με το άρθρο 2 § 10 του Ν. 3029/2002 νομοθετική μεταβολή δεν έχει εφαρμογή επί της ένδικης υπόθεσης συνταξιοδότησης του συζύγου της αποβιωσάσης, δεδομένου ότι αφορά συντάξεις που απονέμονται μετά την 1η.1.2003. Αναφορικά με τον δικαιούχο της συνταξιοδοτικής παροχής και διάδικο ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας, επισημαίνεται ότι, εφόσον ο ίδιος αποβιώσει πριν από τη δημοσίευση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και την άσκηση της αίτησης αναίρεσης και οι φερόμενοι ως κληρονόμοι του ασκήσουν την αίτηση αναίρεσης, η αγόμενη κατ’ αναίρεση διαφορά, με την οποία αμφισβητείται το ύψος της συνταξιοδοτικής παροχής, καθίσταται πλέον διαφορά με χρηματικό αντικείμενο, το οποίο συνίσταται στο χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά συντάξεων από την έναρξη του κρίσιμου χρονικού διαστήματος έως τον θάνατο του δικαιούχου της συνταξιοδοτικής παροχής, εφόσον το ποσό αυτό έχει περιέλθει στην κληρονομιαία περιουσία. Ειδικότερα, εάν η διαφορά που εισάγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας με την άσκηση αίτησης αναίρεσης, έχει χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ, η αίτηση ασκείται παραδεκτώς, εφόσον ο αναιρεσείων προβάλλει ισχυρισμό περί αντίθεσης προς τη νομολογία ή περί ανυπαρξίας νομολογίας για τιθέμενο με την αίτηση αναίρεσης νομικό ζήτημα. Στην περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων του ενός αναιρεσειόντων ή αναιρεσιβλήτων κληρονόμων, ως ποσό της διαφοράς νοείται το ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε κληρονόμο χωριστά. Εν προκειμένω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν έχει υποβληθεί από τον αναιρεσίβλητο e-Ε.Φ.Κ.Α σημείωμα για το ποσό της διαφοράς, ούτε όμως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ή από άλλο διαδικαστικό έγγραφο της δίκης. Προς τούτο, το Δικαστήριο ανέβαλλε τη συζήτηση της υπόθεσης με ορισμό νέας δικασίμου και υποχρέωσε τον e-Ε.Φ.Κ.Α. να προσκομίσει σημείωμα για το ποσό της διαφοράς, καθώς και για το ποσό που αντιστοιχεί σε καθέναν από τους αναιρεσείοντες εξ αδιαθέτου κληρονόμους, κατά τον λόγο της κληρονομικής μερίδας τους, εντός προθεσμίας εξήντα ημερών.