12 Οκτ 2023
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση: 1) Της .../26.9.2018 πράξης της Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Κηφισιάς, με την οποία αποφασίσθηκε ότι τα διαμερίσματα του κτηριακού συγκροτήματος ..., επί των οδών ... και ... στην Κηφισιά, πρέπει να εκκενωθούν αναγκαστικά, τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018 και ώρα 10:00 π.μ., και να τεθούν σε αχρησία μέχρι την οριστική άρση, από τους ιδιοκτήτες, του κινδύνου στο εν λόγω κτηριακό συγκρότημα, 2) Της .../8.1.2018 πράξης της ίδιας Υπηρεσίας, με την οποία κλήθηκαν οι ιδιοκτήτες του ανωτέρω κτηριακού συγκροτήματος να προβούν, εντός προθεσμίας τριών μηνών, στις απαραίτητες ενέργειες για την άρση του κινδύνου στο κτηριακό συγκρότημα, και, περαιτέρω, ενημερώθηκαν ότι, παρερχομένης απράκτου της σχετικής προθεσμίας, η Υπηρεσία θα προβεί στην αναγκαστική εκκένωση του ακινήτου και 3) Της .../19.1.2017 ανασυνταχθείσης συμφωνούσας αναθεωρητικής έκθεσης επικινδύνου της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Κηφισιάς, με την οποία το προαναφερθέν κτηριακό συγκρότημα ..., κρίθηκε επικίνδυνο από άποψη στατική, δομική και υγιεινής και υποδείχθηκαν συγκεκριμένα μέτρα για την άρση του κινδύνου. Η αρμόδια για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου πολεοδομική υπηρεσία, όταν διαπιστώσει ότι ορισμένη οικοδομή είναι, εν όλω ή εν μέρει, απλώς ετοιμόρροπη (κοινώς ετοιμόρροπη), καθορίζει τα προς αποτροπή του κινδύνου, που εμφανίζει η οικοδομή αυτή από στατική και δομική άποψη, αναγκαία και πρόσφορα μέτρα, ενόψει του είδους και της έκτασης του διαγνωσθέντος κινδύνου. Ρητώς δε ορίζεται στις διατάξεις αυτές ότι «υποδεικνύονται κατά προτίμηση τα ηπιότερα μέτρα, όπως επισκευές, ενισχύσεις, μεταρρυθμίσεις, προσθήκες κ.λπ.» και σε έσχατη μόνο περίπτωση, όταν «αποκλείονται οι επισκευές», διατάσσονται οριστικές κατεδαφίσεις. Αντιθέτως, στις περιπτώσεις χαρακτηρισμού οικοδομής ως «επικινδύνως» ετοιμόρροπης, δεν εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο εάν υπάρχει δυνατότητα επισκευών, αλλά η κατασκευή κατεδαφίζεται τρεις μέρες μετά την κοινοποίηση της σχετικής έκθεσης στους ενδιαφερόμενους ή παραχρήμα, αποκλειομένης, μάλιστα, της υποβολής ενστάσεων εφόσον η απόφαση της Επιτροπής είναι ομόφωνη. Περαιτέρω, η έκθεση χαρακτηρισμού οικοδομής ως απλώς (κοινώς ετοιμόρροπης) ή «επικινδύνως» ετοιμόρροπης, καθώς και η εκδιδόμενη κατόπιν ενστάσεως αναθεωρητική έκθεση πρέπει να αιτιολογούνται ειδικώς, αφενός, ως προς το είδος και την έκταση των διαπιστουμένων ανεπαρκειών, ζημιών κ.λπ. της οικοδομής και του εξ αυτών κινδύνου και, αφετέρου, ως προς τα διατασσόμενα για την άρση της επικινδυνότητας μέτρα, η αιτιολογία δε αυτή δύναται να συμπληρώνεται και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Εξάλλου, κατά τον κανόνα του άρθρου 421 παρ. 1 και 2 του ΚΒΠΝ που επιβεβαιώνεται και από το άρθρο 427 του ίδιου Κώδικα, η διόρθωση των στατικών και δομικών ανεπαρκειών αποτελεί ευθύνη του ιδιοκτήτη του επικινδύνου κτίσματος, ο οποίος βαρύνεται, καταρχήν, με τη σχετική δαπάνη. Είναι δε άλλο το ζήτημα τυχόν άλλων διατάξεων που κάμπτουν τον κανόνα αυτό, όπως της παρ. 3 του άρθρου 421 του ΚΒΠΝ. Εν προκειμένω, η .../19.1.2017 ανασυνταχθείσα συμφωνούσα αναθεωρητική έκθεση επικινδύνου της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Κηφισιάς (τρίτη προσβαλλομένη) στερείται εκτελεστότητας διότι ενσωματώθηκε, τελικώς, μετά την άσκηση ένστασης, στην .../11.12.2017 οριστική απόφαση επικινδύνου οικοδομής του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Η τελευταία αυτή πράξη του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης κρίθηκε ότι έπρεπε να θεωρηθεί ως συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση. Από την αιτιολογία της οικείας έκθεσης, προκύπτει ότι αφενός μεν περιγράφεται λεπτομερώς η κατάσταση των επίμαχων κτηρίων και οι συγκεκριμένες ζημίες που διαπιστώθηκαν, αφετέρου δε παρατίθενται οι λόγοι, στους οποίους στηρίζεται η κρίση της Επιτροπής για την ύπαρξη σαφών ενδείξεων κινδύνου που δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό των ακινήτων ως επικινδύνων από άποψη στατική και δομική (κτήριο Β΄) και κυκλοφορίας κοινού (κτήρια Α΄ και Γ΄). Η κρίση δε αυτή της Διοίκησης εξεφέρθη κατόπιν συνεκτίμησης και ουσιαστικής αξιολόγησης του περιεχομένου της από Φεβρουαρίου 2017 τεχνικής έκθεσης που συνυπέβαλε η ... με την οικεία ένσταση. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα κρίθηκαν απορριπτέα ως αβάσιμα. Η περαιτέρω δε αμφισβήτηση των διαπιστώσεων της Διοίκησης ως προς την κατάσταση και την επικινδυνότητα των κτισμάτων πλήττει την ανέλεγκτη στο πλαίσιο της ακυρωτικής δίκης τεχνική κρίση της. Αβάσιμοι, εξάλλου, κρίθηκαν οι ισχυρισμοί ότι μη νομίμως επιβάλλονται σε βάρος όλων των ιδιοκτητών η υποχρέωση άρσης του κινδύνου της οικοδομής και η εκκένωση όλων των διαμερισμάτων, δεδομένου ότι, κατά την προεκτεθείσα - νόμιμη και επαρκή - αιτιολογία των προσβαλλομένων πράξεων, η επικινδυνότητα της οικοδομής, από άποψη στατική και δομική, δεν περιορίζεται μόνον στο διαμέρισμα της ... αλλά καταλαμβάνει το σύνολο του κτηρίου Β΄, η δε επικινδυνότητα από πλευράς κυκλοφορίας κοινού εκτείνεται και στα κτήρια Α΄ και Γ΄ που, κατά τα ανωτέρω, εξυπηρετούνται από τα κλιμακοστάσια του κτηρίου Β΄. Διατηρούν, πάντως, αυτονοήτως, οι αιτούντες τη δυνατότητα να επιδιώξουν ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, κατά τους κανόνες της αστικής ευθύνης, την ανόρθωση της ζημίας, την οποία υφίστανται λόγω της παράλειψης λήψης μέτρων αποκατάστασης της ασφάλειας της οικοδομής από το πρόσωπο που τυχόν προκάλεσε το στατικό ή δομικό πρόβλημα της οικοδομής. Προβλήθηκε επίσης ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι πλημμελείς διότι, εν προκειμένω, η κατεδάφιση των καθ’ υπέρβαση της οικοδομικής άδειας αυθαιρέτων κατασκευών στο διαμέρισμα ….., έπρεπε, κατά νόμον, να προηγηθεί της εκδόσεώς τους. Οι πρόσθετες κατασκευές στο διαμέρισμα …., έχουν υπαχθεί στη διαδικασία τακτοποίησης του ν. 4178/2013, έχει δε εκδοθεί σχετικώς η βεβαίωση περαίωσης, η οποία ίσταται και παράγει τα έννομα αποτελέσματά της. Συνεπώς, ο λόγος ακύρωσης, ο οποίος ερείδεται στην αντίληψη ότι πρόκειται περί αυθαιρέτων κατασκευών, κρίθηκε απορριπτέος. Η εν λόγω, πάντως, υπαγωγή, ουδόλως αποκλείει το ενδεχόμενο κατεδάφισης των πρόσθετων κατασκευών, ως αναγκαίο μέτρο άρσης του κινδύνου της οικοδομής, αν τούτο καταστεί τυχόν επιβεβλημένο βάσει σχετικής τεχνικής μελέτης. Τέλος, τα αρμόδια όργανα της Διοίκησης, εφόσον εξακρίβωσαν, κατόπιν λεπτομερούς εξέτασης των τεχνικού χαρακτήρα στοιχείων σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, ότι οι οικοδομές είναι επικίνδυνες από άποψη στατική, δομική και κυκλοφορίας κοινού, ήταν κατά νόμον υποχρεωμένα να προβούν στην έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων, με το προεκτεθέν περιεχόμενο, και να υποδείξουν αναγκαία τεχνικά μέτρα άρσης της επικινδυνότητας της οικοδομής για την αποκατάσταση της ακεραιότητας και της χρήσης της. Συνεπώς, οι λόγοι ακύρωσης, κατά τους οποίους οι προσβαλλόμενες πράξεις προσκρούουν στις αρχές της χρηστής διοίκησης, της αναλογικότητας και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι.