4 Οκτ 2021
Με την αίτηση ζητείται η αναίρεση της 4811/2019 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) κατά της 19833/2018 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή του αναιρεσιβλήτου, συνταξιούχου δικαστικού λειτουργού του Τομέα Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) του πρώην Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) και ακολούθως του αναιρεσείοντος Ε.Φ.Κ.Α., και υποχρεώθηκε ο αναιρεσείων Φορέας να του καταβάλει, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ.), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, το ποσό των 3.881,70 ευρώ, που αντιστοιχεί στη ζημία που αυτός υπέστη λόγω των παράνομων περικοπών που έγιναν στις μηνιαίες συντάξεις που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2015 έως 31.12.2017, κατ’ εφαρμογή των κριθεισών με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ως αντισυνταγματικών διατάξεων των νόμων 4051/2012 και 4093/2012. Όπως έχει παγίως κριθεί από το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος, ως διαφορές από συντάξεις των δικαστικών λειτουργών, που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Ειδικού αυτού Δικαστηρίου, νοούνται μόνο οι διαφορές από τις κύριες συντάξεις που χορηγούνται από το Δημόσιο και υπάγονται στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με το άρθρο 98 του Συντάγματος. Και τούτο, διότι το Σύνταγμα, με τον όρο «σύνταξη», αναφέρεται στην κύρια σύνταξη που χορηγείται από το Δημόσιο στους δικαστικούς λειτουργούς. Αντιθέτως, οι διαφορές από κοινωνικοασφαλιστικές παροχές, που χορηγούνται από τα ασφαλιστικά ταμεία σε εκπλήρωση της από το Σύνταγμα (άρθρο 22 παρ. 5) επιβαλλόμενης μέριμνας του Κράτους για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και όχι στη δικαιοδοσία του Ειδικού Δικαστηρίου. Τούτο δε, ενόψει και της διαφορετικής φύσης και δικαιολογητικής βάσης των δύο αυτών κατηγοριών συντάξεων. Με την 1439/2020 απόφαση της Ολομελείας του Δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι με τις 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι οι διατάξεις, μεταξύ άλλων, του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/ 2012, με τις οποίες θεσπίσθηκαν περικοπές και στις κύριες συντάξεις συνταξιούχων οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, αντίκεινται στο Σύνταγμα και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. και ότι είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. Με την ίδια απόφαση κρίθηκε, περαιτέρω, ότι η διαγνωσθείσα με τις ανωτέρω αποφάσεις ουσιαστική αντισυνταγματικότητα των ανωτέρω διατάξεων δεν θεραπεύθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4387/ 2016, υπό την έννοια ότι η τελευταία αυτή διάταξη, με την οποία, κατ’ ουσίαν, υιοθετήθηκαν εκ νέου, στο πλαίσιο του εισαχθέντος με τον νόμο αυτό ασφαλιστικού συστήματος, οι εν λόγω περικοπές για τους ήδη κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού συνταξιούχους (παλαιούς συνταξιούχους), ισχύει από τη δημοσίευση του ως άνω νόμου και εφεξής, δηλαδή από 12.5.2016 και εφεξής και όχι αναδρομικώς, ότι δεν ανατρέχει, δηλαδή, στον χρόνο θεσπίσεως των εν λόγω περικοπών. Επίσης, με την απόφαση 1439/2020 κρίθηκε ότι η ανωτέρω ουσιαστική αντισυνταγματικότητα των επίμαχων διατάξεων του ν. 4093/2012 δεν θεραπεύθηκε με μεταγενέστερες της δημοσίευσης του ανωτέρω νόμου μελέτες, όπως είναι οι μελέτες που συνοδεύουν τον μεταγενέστερο ν. 4387/2016, ότι ειδικώς το κείμενο της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, με τίτλο «Χρηματοοικονομική εξέλιξη του Συνταξιοδοτικού Συστήματος για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και Δημόσιο (Προβολές 2015-2060)», το οποίο περιλαμβάνεται μεταξύ των ανωτέρω μελετών του ν. 4387/2016 και κρίθηκε με την 1891/2019 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι αποτελεί αναλογιστική μελέτη, η οποία τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του Ε.Φ.Κ.Α. στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού συστήματος του ν. 4387/2016, δεν θα μπορούσε, ενόψει του ανωτέρω περιεχομένου της, σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι αποτελεί την ειδική μελέτη που απαίτησαν οι αποφάσεις 2287-2288/2015, ότι, συνεπώς, οι περικοπές που επιβλήθηκαν στις κύριες συντάξεις για το χρονικό διάστημα, μεταξύ άλλων, από 1.7.2015 έως 11.5.2016 κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του ν. 4093/2012 δεν είναι νόμιμες και ότι ως προς τα αποτελέσματα της αντισυνταγματικότητας αυτής και της παραβίασης του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. ισχύουν τα κριθέντα με τις αποφάσεις 2287 και 2288/2015 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση 1439/2020 της Ολομελείας του Δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι με την 1891/2019 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4387/2016 είναι συμβατή με το Σύνταγμα, κατά την έννοια δε της ως άνω απόφασης και με την Ε.Σ.Δ.Α., ότι, ως εκ τούτου, από τη δημοσίευση του ως άνω νόμου (12.5.2016) και εφεξής οι ως άνω περικοπές έχουν ως νόμιμο έρεισμα την ανωτέρω διάταξη του τελευταίου αυτού νόμου, και ότι, ενόψει αυτού, από το χρονικό αυτό σημείο (12.5.2016) και εφεξής οι περικοπές αυτές είναι νόμιμες. Με τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος διοικητικού εφετείου ότι ο αναιρεσίβλητος είχε αγώγιμη αξίωση κατά του Ε.Φ.Κ.Α. να διεκδικήσει ισόποση αποζημίωση με τις περικοπές που υπέστη η σύνταξή του κατ’ εφαρμογή των επίμαχων διατάξεων του ν. 4093/2012 για το χρονικό διάστημα από 1.7.2015 έως 11.5.2016, είναι νόμιμη, όλα δε τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αναιρεσείοντα e-Ε.Φ.Κ.Α. είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Αντιθέτως, η κρίση του δικάσαντος διοικητικού εφετείου ότι ο αναιρεσίβλητος είχε αγώγιμη αξίωση κατά του Ε.Φ.Κ.Α. να διεκδικήσει αποζημίωση και για το χρονικό διάστημα από 12.5.2016 έως 31.12.2017 δεν είναι νόμιμη, διότι κατά το τελευταίο αυτό χρονικό διάστημα οι εν λόγω περικοπές έχουν ως νόμιμο έρεισμα όχι τις ανωτέρω διατάξεις των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 αλλά τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4387/2016. Για τον λόγο αυτό, η αίτηση αναιρέσεως γίνεται κατά τούτο δεκτή, αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το μέρος που δικαίωσε τον αναιρεσίβλητο για το χρονικό διάστημα από 12.5.2016 έως 31.12.1017 και παραπέμπεται η υπόθεση κατά το αναιρούμενο αυτό μέρος στο δικάσαν διοικητικό εφετείο για νέα νόμιμη κρίση.