Πρόσφατη νομολογία


10 Αυγ 2023

ΣτΕ 1177/2023 Τμ.Ε: Έν. συμφέρον προσβολής παρά την περίληψη κηρυχθείσας ως αναδασωτέας έκτασης σε δασικό χάρτη κατά του οποίου έχουν ασκηθεί αντιρρήσεις

Με την κρινόμενη έφεση ζητήθηκε η εξαφάνιση της 631/2019 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή η από 8.4.2010 αίτηση ακυρώσεως του εφεσίβλητου και ακυρώθηκε η 240/25.1.2010 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, με την οποία είχαν κηρυχθεί ως αναδασωτέα, τα δημόσια, ιδιωτικά και διακατεχόμενα δάση και δασικές εκτάσεις, που περιλαμβάνονταν στις εκτάσεις που κάηκαν από την πυρκαγιά της 21ης – 24ης Αυγούστου 2009, συνολικού εμβαδού 66.832 στρεμμάτων, ευρισκόμενες στις κτηματικές περιφέρειες των πρώην κοινοτήτων Γραμματικού, Βαρνάβα και Καπανδριτίου Αττικής και στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Μαραθώνα Αττικής, κατά το μέρος που κηρύχθηκε ως αναδασωτέα έκταση εμβαδού 4.120 τ.μ. στη θέση «Οινόη» της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Μαραθώνα, επί της οποίας ο εφεσίβλητος προέβαλε δικαιώματα κυριότητας. Σε σχέση με την συνδρομή των όρων του άρθρου 58 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 με την κρινόμενη έφεση προβλήθηκε ότι δεν υφίσταται νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το νομικό ζήτημα αν ο αιτών την ακύρωση της πράξης αναδάσωσης στερείται εννόμου συμφέροντος για την ακύρωση της πράξης αυτής, στην περίπτωση που η έκταση στην οποία αφορά η αναδάσωση περιλαμβάνεται σε αναρτημένους δασικούς χάρτες και εκκρεμούν αντιρρήσεις ασκηθείσες από τον αιτούντα ενώπιον της αρμόδιας, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 3889/2010, Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) και, επομένως, αν στην περίπτωση αυτή δύναται το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η σχετική αίτηση ακυρώσεως, να εξετάσει την επάρκεια της αιτιολογίας της πράξης αναδάσωσης. Πράγματι, κατά τον κρίσιμο χρόνο ασκήσεως της κρινόμενης εφέσεως δεν υπήρχε νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ως προς το ανωτέρω νομικό ζήτημα, η δε 2399/2021 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία επιλύθηκε ρητώς το ζήτημα αυτό, δημοσιεύθηκε μετά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, αυτόν, δηλαδή, της άσκησης της κρινόμενης εφέσεως. Ειδικότερα, με την 2399/2021 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι όσον αφορά την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 13 έως και 19 του ν. 3889/2010 «... Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις», όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, μόνη η παραδεκτή άσκηση αντιρρήσεων κατά του αναρτηθέντος δασικού χάρτη αποκλείει την κύρωσή του, κατά το αμφισβητούμενο με αυτές μέρος, πριν από την εξέταση των αντιρρήσεων αυτών. Κατά συνέπεια, δασικός χάρτης που κυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 17 του ν. 3889/2010, δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνει, ως δασικού χαρακτήρα, εκτάσεις ως προς τις οποίες έχουν ασκηθεί παραδεκτές αντιρρήσεις, πριν από την ολοκλήρωση της εξετάσεώς τους. Περαιτέρω, από τις αυτές ως άνω διατάξεις, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με τις πάγιες διατάξεις για την κήρυξη ως αναδασωτέων εκτάσεων που καταστρέφονται ή αποψιλώνονται, όπως οι διατάξεις αυτές έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, προκύπτει ότι οι ΕΠ.Ε.Α. δεσμεύονται, κατά τον χαρακτηρισμό εκτάσεως, από τις πράξεις αναδάσωσης, όταν αυτές καλύπτονται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεδομένου ότι ο χαρακτήρας μιας έκτασης ως αναδασωτέας αρκεί αφ’ εαυτού για την υπαγωγή της στη δασική νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν. 998/1979. Βάσει των ανωτέρω, δεν στερείται εννόμου συμφέροντος ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης εκτάσεως να προσβάλει με αίτηση ακυρώσεως πράξη με την οποία κηρύσσεται αυτή ως αναδασωτέα, στην περίπτωση που η έκταση περιληφθεί σε αναρτημένους δασικούς χάρτες κατά των οποίων εκκρεμούν αντιρρήσεις ασκηθείσες από αυτόν, ενώπιον της Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων. Και τούτο, αφενός μεν διότι η μερική κύρωση δασικού χάρτη, κατά το άρθρο 17 του ν. 3889/2010, δεν αναπτύσσει έννομα αποτελέσματα όσον αφορά εκτάσεις οι οποίες, κατά την ανάρτηση του δασικού χάρτη, είχε μεν θεωρηθεί ότι είχαν δασικό χαρακτήρα, ωστόσο ως προς αυτές ασκήθηκαν παραδεκτώς αντιρρήσεις, αφετέρου δε διότι με την άσκηση της ως άνω αίτησης ακυρώσεως κωλύεται η συναγωγή τεκμηρίου νομιμότητας ως προς την προσβληθείσα πράξη αναδάσωσης με αποτέλεσμα να παρίσταται λυσιτελής και η εξέταση των εκκρεμών αντιρρήσεων, κατά του αναρτηθέντος δασικού χάρτη, από τις αρμόδιες Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων. Ως εκ τούτου, η κρίση του διοικητικού εφετείου, σύμφωνα με την οποία το γεγονός ότι μετά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως αναρτήθηκαν για την επίμαχη περιοχή δασικοί χάρτες, κατά των οποίων ο εφεσίβλητος είχε ασκήσει αντιρρήσεις, δεν αποστερούσε τον τελευταίο από το έννομο συμφέρον του για την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης αναδάσωσης, στηρίχθηκε σε ορθή ερμηνεία του άρθρου 47 του π.δ. 18/1989, σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί κύρωσης των δασικών χαρτών και περί διαδικασίας αναδάσωσης και ο ως άνω λόγος εφέσεως κρίθηκε απορριπτέος ως αβάσιμος.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 1177/2023 Τμ.Ε - Πλήρες κείμενο »