Αρχική σελίδα Αναζήτηση Sakkoulas-Online.gr
Αναζήτηση  |  Online Συνδρομές  |  Επικαιρότητα  |  Με μια ματιά  |  Σχετικά  |  Βοήθεια  |  Συχνές ερωτήσεις  |  Επικοινωνία  |  Sakkoulas.gr

Πρόσφατη νομολογία


 

24 Μαΐ 2022

ΟλΣτΕ 431/2022: Παραδεκτή η προσβολή πράξεων ανάλυσης συντάξεων του e-ΕΦΚΑ, εκδοθεισών σε εκτέλεση του άρθρου 63 Ν. 4680/2020

Με το κρινόμενο ένδικο βοήθημα ζητήθηκε η ακύρωση: 1) των ρυθμίσεων των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, 2) της υπ’ αριθ. πρωτ. Φ80020/οικ. 15147/Δ16.438/15.4.2020 πράξης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με τίτλο «Γνωστοποίηση των ρυθμίσεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, σχετικά με την ένταξη ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ και του ΕΛΕΠΕΤΕ – Π.Π. ΕΘΝΑΚ στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ», 3) των αφορωσών τους αιτούντες πράξεων “ανάλυσης πληρωμής επικουρικής σύνταξης” του e-Ε.Φ.Κ.Α. μηνών Απριλίου, Μαΐου και Ιουνίου 2020 και 4) των από Ιουνίου 2020 συγκεντρωτικών πινάκων πληρωμών των επικουρήσεων των ετών 2019-2020 που εξέδωσε ο e-Ε.Φ.Κ.Α. για τα ποσά των επικουρήσεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 που έλαβαν οι αιτούντες. Με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη ότι από τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 2017 ο ΛΕΠΕΤΕ έπαψε να καταβάλλει τις προβλεπόμενες στον Κανονισμό Λειτουργίας του παροχές επικούρησης, ενέταξε οριστικά τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος, και προσδιόρισε τους ειδικότερους όρους της ιδρυθείσας κοινωνικοασφαλιστικής σχέσης δημοσίου δικαίου μεταξύ των ανωτέρω και του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του e-Ε.Φ.Κ.Α. Συνεπώς, με τις επίμαχες διατάξεις δεν καταργείται ο ΛΕΠΕΤΕ ούτε επιχειρείται μετατροπή ενοχικών αξιώσεων εργαζομένων κατά εργοδότη σε δημοσίου δικαίου δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης ή επέμβαση σε τυχόν υφιστάμενο περιουσιακό δικαίωμα των αιτούντων για λήψη της προβλεπόμενης από τον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ ιδιωτικού δικαίου παροχής, αλλά η το πρώτον σύσταση δημοσίου δικαίου σχέσης κοινωνικής ασφάλισης, κατά τρόπο οριστικό, υπό τους όρους που καθορίζουν οι ίδιες οι επίμαχες διατάξεις, λαμβανομένης υπόψη της παύσης πληρωμών από τον ως άνω ειδικό λογαριασμό και της υποχρεώσεως του Κράτους να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη και χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση χορήγηση και στη συγκεκριμένη κατηγορία ασφαλισμένων και συνταξιούχων επικουρικής σύνταξης, όπως συμβαίνει και για τους λοιπούς ασφαλισμένους και συνταξιούχους. Ως εκ τούτου, ο λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που με αυτόν προβάλλεται παραβίαση των περιουσιακών δικαιωμάτων των αιτούντων ως εκ της καταργήσεως του ΛΕΠΕΤΕ, της αναγκαστικής υπαγωγής τους στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης και της καταβολής επικουρικής σύνταξης μικρότερου ύψους σε σχέση με την προβλεπόμενη στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ παροχή, είναι απορριπτέος, διότι ερείδεται επί της εσφαλμένης εκδοχής ότι, δυνάμει των επίμαχων διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, καταργήθηκε ο ΛΕΠΕΤΕ και ότι οι τυχόν ενοχικές αξιώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ έναντι της ΕΤΕ – περί των οποίων (αξιώσεων) αρμόδια να κρίνουν είναι τα πολιτικά δικαστήρια – αντικαταστάθηκαν με δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης, καθ’ υποκατάσταση της οφειλέτριας (κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων) τράπεζας από τον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης. Εξάλλου, πέραν του ότι με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δεν προστατεύεται δικαίωμα σε σύνταξη ορισμένου ποσού, δεν προκύπτει από το Σύνταγμα ή άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη υποχρέωση του Κράτους για καταβολή επικουρικής σύνταξης ανάλογου ύψους με το οριζόμενο στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΛΕΠΕΤΕ (αλλά και κάθε άλλου παρόμοιου ειδικού λογαριασμού) ύψος των παροχών επικούρησης και, κατά συνέπεια, υποχρέωση ικανοποίησης των αξιώσεων των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, που τυχόν απορρέουν από τις συμβατικές σχέσεις τους με την ΕΤΕ, από τον επιφορτισμένο με την επικουρική ασφάλιση των εργαζομένων δημόσιο φορέα. Εξάλλου, ο ειδικότερος ισχυρισμός των αιτούντων, ότι οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 στοιχειοθετούν απαγορευμένη επέμβαση στην περιουσία τους, διότι δεν διασφαλίζεται η καταβολή της παροχής μετά τις 31.12.2024, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, διότι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των παρ. 1 έως 7 του εν λόγω άρθρου, δεν θεσπίζεται χρονικό όριο για την χορήγηση επικουρικής σύνταξης στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ από τον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ, όπως δεν θεσπίζεται, άλλωστε, και για τους λοιπούς υπαγομένους στον Κλάδο αυτόν ασφαλισμένους και συνταξιούχους, και, συνεπώς, η καταβολή επικουρικής σύνταξης στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ θα συνεχισθεί και μετά την ημερομηνία αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τον ανωτέρω Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης. Περαιτέρω, ο λόγος με τον οποίο προβάλλεται αντίθεση σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες δικαίου ειδικώς της διάταξης του τελευταίου (τετάρτου) εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου εικοστού τετάρτου του ν. 4618/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 63 του ν. 4680/2020, σύμφωνα με την οποία με την καταβολή της προβλεπόμενης στο πρώτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου επιπρόσθετης ασφαλιστικής εισφοράς της ΕΤΕ για τα έτη 2018 έως 2032 εξαντλείται η υποχρέωση αυτής έναντι του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ που προκύπτει από την οικονομική επιβάρυνση του τελευταίου με την εφαρμογή του ως άνω άρθρου, καθώς και οιουδήποτε άλλου τρίτου, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Και τούτο, διότι οι μόνες παραδεκτώς προσβαλλόμενες πράξεις “ανάλυσης πληρωμής επικουρικής σύνταξης” δεν έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της διάταξης αυτής, αλλά εφαρμόζουν στην ατομική περίπτωση κάθε αιτούντος τις λοιπές διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, που αφορούν στη δημοσίου δικαίου σχέση των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ με τον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης. Εξάλλου, η επίμαχη διάταξη δεν συνέχεται με τις λοιπές διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 – οι οποίες εντάσσονται σε ένα σύστημα ρυθμίσεων που διέπει τη νεοσυσταθείσα δημοσίου δικαίου σχέση κοινωνικής ασφάλισης μεταξύ του δημόσιου φορέα επικουρικής ασφάλισης και των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, καθώς και της ΕΤΕ ως εργοδότη, και αποβλέπει στην, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση, εξασφάλιση της απρόσκοπτης καταβολής επικουρικής συνταξιοδοτικής παροχής στα πρόσωπα αυτά – κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να γίνει δεκτό ότι τυχόν ανίσχυρο της ως άνω διάταξης θα οδηγούσε σε καθ’ ολοκληρία αδυναμία λειτουργίας του συγκεκριμένου συστήματος ρυθμίσεων και, συνεπώς, σε αδυναμία υπαγωγής της συγκεκριμένης κατηγορίας ασφαλισμένων και συνταξιούχων στον δημόσιο φορέα που έχει συσταθεί για να εξασφαλίσει την επικουρική ασφάλιση όλων των εργαζομένων. Διάφορο είναι το ζήτημα ότι το κύρος της επίμαχης διάταξης μπορεί να αμφισβητηθεί ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων ενώπιον των οποίων οι αιτούντες δύνανται να επιδιώξουν την αναγνώριση και ικανοποίηση τυχόν ιδιωτικού δικαίου αξιώσεών τους έναντι της ΕΤΕ – όπως άλλωστε, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, έχουν ήδη πράξει– και τα οποία (πολιτικά δικαστήρια) είναι αρμόδια να αποφανθούν ως προς την έννοια και την τυχόν επιρροή της ανωτέρω διάταξης στις σχέσεις αυτές. (Μειοψ.). Περαιτέρω, ο λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, κατάργηση του ΛΕΠΕΤΕ και η αναγκαστική υπαγωγή των συνταξιούχων του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης, με συνέπεια τη μετατροπή των ενοχικών αξιώσεών τους για λήψη επικουρικών παροχών του ΛΕΠΕΤΕ σε δικαίωμα λήψης ουσιωδώς μειωμένης επικουρικής σύνταξης από τον δημόσιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, αποτελεί αντίθετη στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος επέμβαση του νομοθέτη σε συνεστημένη συμβατική σχέση μεταξύ της ΕΤΕ και των εργαζομένων της, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η υπαγωγή των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ στην επικουρική ασφάλιση του δημόσιου φορέα κοινωνικής ασφάλισης υπαγορεύθηκε από λόγους δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος, συνιστάμενους στην εξασφάλιση της απρόσκοπτης επικουρικής ασφαλιστικής κάλυψής τους μετά τη διακοπή καταβολής της παροχής του ΛΕΠΕΤΕ από τον Δεκέμβριο του έτους 2017, η δε εφεξής λειτουργία και η τύχη της τυχόν περιουσίας του ΛΕΠΕΤΕ δεν αποτέλεσε αντικείμενο ρύθμισης εκ μέρους του νομοθέτη, ο οποίος δεν τον διέλυσε ούτε αφαίρεσε περιουσιακά του στοιχεία, ενώ τυχόν ενοχικές αξιώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ κατά της ΕΤΕ δεν μετετράπησαν σε δημοσίου δικαίου δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης από τον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης. Διαφορετικό δε είναι το ζήτημα αν ο ως άνω Λογαριασμός έχει καταστεί στην πράξη ανενεργός λόγω της οικονομικής του κατάστασης ενόψει του τρόπου χρηματοδότησής του. Επίσης, ο λόγος ότι κατά παραβίαση των άρθρων 4 παρ. 1, 5 παρ. 1, 22, 25 παρ. 1 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς και του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, δεν προηγήθηκε του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 ειδική, εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη, από την οποία να προκύπτει ότι οι επιπτώσεις από τις επίμαχες ρυθμίσεις στο βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, είναι απορριπτέος προεχόντως ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, κατά το μέρος που με αυτόν προβάλλεται ότι δεν έχει προηγηθεί αναφορικά με την επάρκεια των επικουρικών συντάξεων ειδική, εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη. Κατά τα λοιπά ο λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι δεν απαιτείτο να περιέχεται στην επιστημονική μελέτη, που συνετάγη γενικώς για την επάρκεια των χορηγούμενων από τον e-ΕΦΚΑ συνταξιοδοτικών παροχών, εκτίμηση για την επάρκεια της καταβλητέας ειδικά στους συνταξιούχους του ΛΕΠΕΤΕ από τον e-ΕΦΚΑ επικουρικής σύνταξης ενόψει του ότι αυτή είναι μειωμένη κατά ποσοστό 50% περίπου, κατά τους αιτούντες, σε σχέση με την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ παροχή, εφόσον, αφενός, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 24, δεν προκύπτει από το Σύνταγμα ή άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη υποχρέωση του Κράτους για καταβολή επικουρικής σύνταξης ανάλογου ύψους με την προβλεπόμενη σε κανονισμό λειτουργίας λογαριασμού ιδιωτικού δικαίου, όπως είναι ο ΛΕΠΕΤΕ, παροχή και, αφετέρου, το ύψος της επικουρικής σύνταξης, που δικαιούται, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, η συγκεκριμένη κατηγορία συνταξιούχων, δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ούτε οι αιτούντες ισχυρίζονται, ότι υπολείπεται του ύψους της επικουρικής σύνταξης που θα ελάμβαναν με βάση τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για την χορήγηση της επικουρικής σύνταξης. Καθ’ ο δε μέρος προβάλλεται ότι θα έπρεπε να προκύπτει από ειδική επιστημονική μελέτη η ανάγκη κατάργησης του ΛΕΠΕΤΕ και της μετατροπής των ενοχικών αξιώσεων των υπαγομένων σε αυτόν σε επικουρική σύνταξη, ο λόγος είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, διότι, όπως έχει ήδη εκτεθεί, με το άρθρο 63 του ν. 4680/2020 δεν καταργήθηκε ο ΛΕΠΕΤΕ ούτε μετετράπησαν τυχόν ενοχικές αξιώσεις των υπαγομένων σε αυτόν κατά της ΕΤΕ σε επικουρική σύνταξη. Τέλος, από την επίμαχη επιστημονική μελέτη δεν απαιτείτο να προκύπτει ο λόγος για τον οποίο προσδιορίσθηκε το συγκεκριμένο ύψος και το χρονικό διάστημα καταβολής της επιπρόσθετης εισφοράς της ΕΤΕ, η οποία προβλέπεται στην παρ. 8 του άρθρου εικοστού τετάρτου του ν. 4618/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 63 του ν. 4680/2020, διότι το ζήτημα της τυχόν ανάγκης καταβολής από τον εργοδότη επιπρόσθετης εισφοράς στον φορέα κοινωνικής ασφάλισης και του ύψους αυτής δεν αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω μελέτης, η οποία αποβλέπει στην τεκμηρίωση της επάρκειας των προβλεπομένων να καταβληθούν συνταξιοδοτικών παροχών, αλλά ζήτημα, το οποίο έχει σχέση με την βιωσιμότητα του φορέα κοινωνικής ασφάλισης. Επιπλέον, οι λόγοι σύμφωνα με τους οποίους, οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 αντίκεινται στα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, διότι συνιστούν αναδρομική επέμβαση του νομοθέτη σε εκκρεμή δικαστική διένεξη μεταξύ των αιτούντων και της ΕΤΕ, δια της οποίας η ΕΤΕ απαλλάσσεται από το σύνολο των υποχρεώσεών της έναντι των αιτούντων και του ΛΕΠΕΤΕ, με αποτέλεσμα να αποβαίνουν οι εκκρεμείς δίκες υπέρ της, καθώς και ότι οι ίδιες διατάξεις συνιστούν απαγορευμένη, κατά το άρθρο 107 παρ. 1 Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( ΣΛΕΕ ), κρατική ενίσχυση υπέρ της ΕΤΕ, διότι με την κατάργηση του ΛΕΠΕΤΕ και των αξιώσεων των αιτούντων για λήψη των παροχών επικούρησης, η ΕΤΕ απαλλάσσεται του οικονομικού βάρους που απαιτείται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της έναντι των συνταξιούχων του Λογαριασμού και, με τον τρόπο αυτό, αποκτά ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε βάρος των λοιπών τραπεζικών επιχειρήσεων, προβάλλονται απαραδέκτως διότι στρεφόμενοι κατά των μόνων παραδεκτώς προσβαλλομένων αναλυτικών πράξεων συντάξεων, προϋποθέτουν αμφισβήτηση του κύρους της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 24 του ν. 4618/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 63 του ν. 4680/2020, η οποία, όμως, δεν εντάσσεται στην παρούσα διαφορά, αλλά αποτελεί αντικείμενο δικαστικής κρίσης των πολιτικών δικαστηρίων, ενώπιον των οποίων εκκρεμούν δικαστικές διενέξεις των αιτούντων με την ΕΤΕ. Τέλος, οι ισχυρισμοί ότι οι διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4680/2020 παραβιάζουν τις διατάξεις των άρθρων 101, 102 και 106 παρ. 1 και 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας την οποία προβλέπει το άρθρο 4 παρ. 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, διότι η μετακύλιση των υποχρεώσεων της ΕΤΕ έναντι των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ και του ίδιου του ΛΕΠΕΤΕ στον δημόσιο φορέα επικουρικής ασφάλισης και, συνακόλουθα, η μετατροπή μιας συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδιωτών (ΕΤΕ – δικαιούχων ΛΕΠΕΤΕ) σε σχέση δημοσίου δικαίου, προς οικονομικό όφελος της ΕΤΕ, συνεπάγονται στρέβλωση του ανταγωνισμού υπέρ της ΕΤΕ, είναι απορριπτέοι, διότι, ανεξαρτήτως αν προβάλλεται με έννομο συμφέρον από τους αιτούντες, στηρίζεται στην εσφαλμένη εκδοχή ότι, δυνάμει των επίμαχων διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4680/2020, οι τυχόν ενοχικές αξιώσεις των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ έναντι της ΕΤΕ αντικαταστάθηκαν με δικαίωμα λήψης επικουρικής σύνταξης, καθ’ υποκατάσταση της οφειλέτριας τράπεζας από τον κρατικό φορέα επικουρικής ασφάλισης.

 

 

Σύνδεσμος

 
ΟλΣτΕ 431/2022 - Πλήρες κείμενο