Πρόσφατη νομολογία


9 Μαρ 2021

ΟλομΑΠ 3/2021: Στην έννοια του «τρίτου» (άρθρ. 362, 363 ΠΚ) υπάγονται και οι δικαστικοί λειτουργοί που, ως άνθρωποι, γίνονται κοινωνοί της δυσμενούς παράστασης

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επιλήφθηκε του νομικού ζητήματος που είχε απασχολήσει την νομολογία (ΑΠ (Ποιν.) 841/2019 Τμ.ΣΤ΄, ΑΠ (Ποιν.) 688/2019 (Τμ. Ζ΄), ΑΠ (Ποιν.) 490/2019 Τμ.Ε΄, ΑΠ (Ποιν.) 487/2019 Τμ.Ε΄, ΑΠ (Ποιν.) 358/2019 Τμ.Ε΄, ΑΠ  789/2019 Α2 Τμ., ΕφΠειρ 5/2021, ΠΠρΑθ 1792/2020, ΠΠρΑθ 373/2016), εάν για τη στοιχειοθέτηση της δυσφήμισης και συκοφαντικής δυσφήμισης κατ’ άρθρ. 362, 363 ΠΚ, μπορεί «τρίτος» να είναι και κάθε δικαστικό πρόσωπο ή αρχή που, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, με οποιοδήποτε τρόπο, λαμβάνει γνώση του δυσφημιστικού γεγονότος.

Κατά πλειοψηφία κρίθηκε ότι, σύμφωνα με την γραμματική ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων, "τρίτος" είναι αναμφισβήτητα οποιοσδήποτε δεν μετέχει στη σχέση που υπάρχει μεταξύ του δράστη και του παθόντα. Συνεπώς, ο όρος αυτός καλύπτει αδιαστίκτως κάθε τρίτο φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως οι δικαστές, οι εισαγγελείς, οι υπάλληλοι του δικαστηρίου, οι δικηγόροι, οι δικαστικοί επιμελητές, τα μέλη πειθαρχικών συμβουλίων, επιτροπών και ανεξάρτητων αρχών. Εξάλλου, αντίθετη εκδοχή δεν δικαιολογείται ούτε από την τελολογική ερμηνεία των υπό κρίση διατάξεων, σκοπός των οποίων είναι η προστασία του εννόμου αγαθού της τιμής και υπόληψης του θύματος. Το γεγονός ότι τα δικαστικά πρόσωπα, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν αυστηρά προκαθορισμένους ρόλους και δεν εκφράζουν την προσωπική τους άποψη, ούτε προβαίνουν σε σχολιασμό όσων εκτίθενται στο πλαίσιο της διαδικασίας, ούτε ανακοινώνουν την κρίση τους σε άλλους, δεν δικαιολογεί την συσταλτική ερμηνεία του όρου "τρίτος". Τούτο διότι, ο δικαστικός λειτουργός δεν παύει ως άνθρωπος να γίνεται κοινωνός μιας δυσμενούς παράστασης για το πρόσωπο που αφορούν οι ισχυρισμοί. Μάλιστα, δεν έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα αυτών των ισχυρισμών, είτε για λόγους τυπικούς (όπως σε περίπτωση παραγραφής, εκπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης κλπ), είτε διότι περιορίζεται δικονομικά από το αντικείμενο της έρευνάς του.

Αντίθετα, σύμφωνα με την μειοψηφούσα γνώμη, η αντικειμενική υπόσταση των εγκλημάτων των άρθρ. 362, 363 ΠΚ, δεν στοιχειοθετείται στις περιπτώσεις αυτές, αφού η διάδοση ή ο ισχυρισμός δεν είναι πρόσφορος να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του θύματος. Έτσι, το πρόσωπο που είναι θεσμικά αρμόδιο να εξετάζει μηνύσεις, καταγγελίες και αναφορές, κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του αποβάλλει την προσωπική του «ταυτότητα» και εξυπηρετεί αποκλειστικά τον θεσμικό ρόλο του αμερόληπτου κριτού, χωρίς να τον αφορά το πρόσωπο των διαδίκων. Επισημαίνεται ότι, η ποινική δίκη εξελίσσεται in rem, ενώ μόνο η ενοχή ή η αθωότητα κηρύσσεται in personem (άρθρ. 368 ΚΠΔ). Άλλωστε, οι δικαστικοί λειτουργοί που θα κληθούν να δικάσουν, είτε θα αχθούν σε αθωωτική κρίση, οπότε ουδεμία τρώση της τιμής και της υπόληψης του θύματος υφίσταται, είτε θα καταλήξουν σε καταδικαστική απόφαση, άρα τα καταγγελθέντα ήσαν αληθή. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για τα λοιπά πρόσωπα που συμπράττουν στην ποινική διαδικασία ή πολιτική δίκη, όπως είναι ο δικαστικός γραμματέας, οι ανακριτικοί υπάλληλοι ο δικαστικός επιμελητής. Άλλωστε, για τα πρόσωπα αυτά δεν προκύπτει ότι λαμβάνουν γνώση του περιεχομένου των συγκεκριμένων δικογράφων, παρά μόνο των στοιχείων που είναι αναγκαία για τον ορθό δικονομικά χειρισμό της υπόθεσης. Τυχόν αντίθετη θέση θα οδηγούσε σε φαλκίδευση του συνταγματικού δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Συνεπώς, κατά την άποψη αυτή, τα πρόσωπα αυτά, θεσμικά και δικονομικά, δεν μπορούν να θεωρηθούν «τρίτοι» ως προς το βιοτικό συμβάν.


Σύνδεσμος

ΟλομΑΠ (Ποιν.) 3/2021 - Πλήρες κείμενο »