2 Ιουλ 2021
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση των …/12.8.2019 και …/12.8.2019 πράξεων του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με τις οποίες διαπιστώθηκε η αυτοδίκαιη έκπτωση των αιτουσών από τις θέσεις της Προέδρου και Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αντίστοιχα, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 101 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4623/2019, με το οποίο αντικαταστάθηκε η παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 3959/2011 και θεσπίσθηκαν ορισμένα ασυμβίβαστα για τις ανωτέρω θέσεις. Οι διατάξεις της (τεθείσας με το άρθρο 101 του ν. 4623/2019) παραγράφου 7 του άρθρου 12 του ν. 3959/2011 -κατ’ εφαρμογή των οποίων εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις-, οι οποίες συνιστούν έκφραση της συνταγματικής αρχής του κράτους δικαίου και της ενωσιακής αρχής της χρηστής Διοίκησης και, κατά το ρυθμιστικό τους περιεχόμενο, μεταγράφουν στην ημεδαπή έννομη τάξη ρυθμίσεις της Οδηγίας 2019/1, θεσπίζουν (ως “ασυμβίβαστα”) αρνητικές προϋποθέσεις εκτέλεσης των καθηκόντων του/της Προέδρου, του/της Αντιπροέδρου και των Μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι οποίες, αφενός, αποβλέπουν στην ανεξάρτητη, αμερόληπτη και αποτελεσματική εφαρμογή από την Επιτροπή Ανταγωνισμού των εθνικών και ενωσιακών κανόνων περί ελεύθερου ανταγωνισμού, ώστε να διασφαλίζεται ο σεβασμός των προαναφερόμενων θεμελιωδών αρχών της ημεδαπής και ενωσιακής έννομης τάξης και, αφετέρου, συνάδουν προς την (ημεδαπή και την ενωσιακή) αρχή της αναλογικότητας, ως αναγόμενες στην κατοχή θέσεων απασχόλησης υπέρ προσώπων που ασκούν κυβερνητικό έργο, εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου συναφούς (αμέσως προηγούμενου) προς εκείνο της άσκησης των ως άνω καθηκόντων στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, οι οποίες (θέσεις) συνδέονται εμφανώς με την άσκηση πολιτικής/κυβερνητικής εξουσίας και, συνακόλουθα, κατατείνουν στη δημιουργία εύλογων αμφιβολιών ως προς την ικανότητα των αντίστοιχων προσώπων να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους αμερόληπτα και με πλήρη ανεξαρτησία έναντι εξωτερικών παρεμβάσεων και πολιτικών πιέσεων. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, οι επίμαχες διατάξεις θεμιτώς εφαρμόσθηκαν και στα ήδη υπηρετούντα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με συνέπεια την αυτοδίκαιη έκπτωση από τη θέση τους. (Μειοψ.). Περαιτέρω, οι διατάξεις του άρθρου 101Α του Συντάγματος, κατά το ρητό γράμμα τους, εφαρμόζονται αποκλειστικά στις ανεξάρτητες αρχές, των οποίων η συγκρότηση και η λειτουργία προβλέπεται από συνταγματική διάταξη, στις αρχές δε αυτές δεν περιλαμβάνεται η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Όπως, εξάλλου, έχει κριθεί, στην έννοια της προστατευόμενης κατά το Σύνταγμα θητείας των μελών των ανεξάρτητων αρχών, η οποία συνάπτεται προς την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία τους, υπάγεται μόνον η θητεία που συγκεντρώνει τις εγγυήσεις του άρθρου 101Α του Συντάγματος. Επομένως, το πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 101Α του Συντάγματος καταλαμβάνει μόνο τις ανεξάρτητες αρχές που ρητά κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα και όχι εκείνες που, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού, δεν προβλέπονται από αυτό, ο δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ο ισχυρισμός, περαιτέρω, των αιτουσών ότι η προβλεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1 εδ. τελευταίο και παρ. 2 εδ. β΄ του ν. 3959/2011 ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 2 παρ. 1 εδ. τελευταίο και παρ. 2 εδ. β΄ του ν. 3051/2002, δηλαδή του εκτελεστικού νόμου του άρθρου 101Α του Συντάγματος, συνεπάγεται την απαγόρευση της πρόωρης λήξης της θητείας των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, δοθέντος ότι οι ανωτέρω διατάξεις του ν. 3051/2002 αναφέρονται στα διαφορετικά ζητήματα της υπαγωγής των ανεξάρτητων αρχών σε κοινοβουλευτικό έλεγχο και στα προσόντα επιλογής των μελών τους, αντίστοιχα. Και ο ισχυρισμός των αιτουσών ότι, ενόψει της προβλεπόμενης από τη διάταξη του άρθρου 12 παρ. 3 εδ. α΄ του ως άνω ν. 3959/2011 ανάλογης εφαρμογής του άρθρου 101Α του Συντάγματος για την επιλογή του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, απαγορευόταν η πρόωρη λήξη της θητείας τους, είναι απορριπτέος, διότι, πέραν του ότι η ανωτέρω διάταξη του ν. 3959/2011 αναφέρεται μόνον στην επιλογή των μελών αυτών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εν πάση περιπτώσει οι αιτούσες είχαν επιλεγεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, βάσει της διάταξης του εδαφίου γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 3959/2011 και όχι βάσει της ανωτέρω συνταγματικής διατάξεως. Εξάλλου, το επίμαχο ασυμβίβαστο θεσπίσθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ν. 4623/2019, στην ενίσχυση του τεκμηρίου αμεροληψίας, αυτονομίας και ηθικής ακεραιότητας των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και την προστασία αυτής έναντι πολιτικών πιέσεων και άλλων εξωτερικών παρεμβάσεων. Κατά την ίδια αιτιολογική έκθεση, ενόψει των διακυβευόμενων αξιών στο πλαίσιο του κράτους δικαίου, του θεσμικού κινδύνου εκ της συνδρομής του ανωτέρω ασυμβιβάστου σε υπηρετούντα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αλλά και της ανάγκης εμπέδωσης εν γένει της εμπιστοσύνης των διοικουμένων ότι τα μέλη της εν λόγω Επιτροπής επιτελούν την αποστολή τους με πλήρη ανεξαρτησία, ακεραιότητα και αμεροληψία, κρίθηκε απαραίτητο το εν λόγω ασυμβίβαστο να καταλάβει και τα ήδη υπηρετούντα μέλη αυτής, εξαιρουμένων, σε κάθε περίπτωση, των μελών υπέρ των οποίων η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής διατύπωσε θετική γνώμη με πλειοψηφία 4/5. Με τα δεδομένα αυτά, δεν συντρέχει περίπτωση παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Επιπλέον, η πρόωρη λήξη της θητείας των αιτουσών δεν παραβιάζει την αρχή της συνέχειας της λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών. Επίσης, ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται κατ' αρχήν από τη συνταγματική αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης να εισάγει ρυθμίσεις διαφορετικές από αυτές που ίσχυαν στο παρελθόν και προς τις οποίες είχαν προσαρμοσθεί ή στις οποίες είχαν αποβλέψει οι διοικούμενοι, έστω και αν θίγονται υφιστάμενα δικαιώματα ή συμφέροντα αυτών, αρκεί η επιχειρούμενη ρύθμιση να χωρεί κατά τρόπο γενικό, απρόσωπο και αντικειμενικό. Στην προκειμένη περίπτωση, η διάταξη του άρθρου 101 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4623/2019, κατά το μέρος που προβλέπει την εφαρμογή του επίμαχου ασυμβιβάστου και στα υπηρετούντα κατά τη δημοσίευση του ν. 4623/2019 μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, θεσπίζει αντικειμενική ρύθμιση, η οποία δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα μέλη, εξυπηρετεί δε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, που συνίσταται στη άμεση ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Δεν αντίκειται, επομένως, η ανωτέρω διάταξη στις αρχές της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου, ούτε, άλλωστε, απορρέει από το Σύνταγμα ή άλλο κανόνα ή αρχή αυξημένης τυπικής ισχύος υποχρέωση του νομοθέτη να θεσπίσει μεταβατική ρύθμιση προβλέπουσα την παραμονή των υπηρετούντων μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού έως τη λήξη της θητείας τους. Επιπλέον, κάθε ανεξάρτητη αρχή έχει διαφορετική αποστολή και διαφορετικές αρμοδιότητες, με συνέπεια τα μέλη εκάστης να μην τελούν υπό τις αυτές συνθήκες σε σχέση με τα μέλη των άλλων αρχών. Ενόψει τούτων, ο λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που με αυτόν προβάλλεται ότι η διάταξη του άρθρου 101 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 4623/2019 παραβιάζει την αρχή της ισότητας, διότι θεσπίζει ρύθμιση που δεν προβλέπεται για τα μέλη των άλλων, μη συνταγματικά κατοχυρωμένων, ανεξάρτητων αρχών, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού τελούν, σε κάθε περίπτωση, υπό διαφορετικές συνθήκες από τα μέλη των λοιπών ανεξάρτητων αρχών, που δεν είναι συνταγματικά κατοχυρωμένες. Άλλωστε, η επίμαχη ρύθμιση αφορά ειδικά την Επιτροπή Ανταγωνισμού και όχι άλλες ανεξάρτητες αρχές, ενόψει του ότι θεσπίσθηκε στο πλαίσιο εναρμόνισης της εθνικής νομοθεσίας προς τους σκοπούς και τις ρυθμίσεις της οδηγίας 2019/1, το πεδίο εφαρμογής της οποίας περιορίζεται αποκλειστικά στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού. Κατά το μέρος που με τον ανωτέρω λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η θέσπιση του επίμαχου ασυμβιβάστου περιέχει άνιση μεταχείριση μεταξύ των ήδη υπηρετούντων στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και εκείνων που πρόκειται να είναι υποψήφιοι για διορισμό στο μέλλον, είναι απορριπτέος προεχόντως ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, δεδομένου ότι η επίμαχη νομοθετική ρύθμιση επιφυλάσσει την ίδια μεταχείριση τόσο για τα υπηρετούντα, όσο και για τα μελλοντικά μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εφόσον συντρέχει στο πρόσωπό τους περίπτωση ασυμβιβάστου. Επίσης, ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισης του επιμάχου ασυμβιβάστου δεν συντρέχει στο πρόσωπο εκείνων των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα οποία επιλέγονται κατόπιν διατυπώσεως θετικής γνώμης από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής με αυξημένη πλειοψηφία (4/5) και τα οποία, ως εκ της διαδικασίας διορισμού τους και της διατυπώσεως υπέρ αυτών της θετικής αυτής γνώμης, τελούν υπό ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού ως προς τα οποία δεν διατυπώθηκε τέτοια θετική γνώμη από την ως άνω Επιτροπή της Βουλής, όπως είναι και οι αιτούσες. (Μειοψ.).