25 Ιαν 2023
Με την κρινόμενη αίτηση, η οποία εισήχθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου ένεκα της σπουδαιότητάς της, ο αιτών Δήμος Χαϊδαρίου Αττικής επιδίωξε της ακύρωση της προκήρυξης της εταιρείας με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» για τη διενέργεια ανοικτού πλειοδοτικού διαγωνισμού με αντικείμενο την πώληση ακινήτου-τμήματος της μείζονος εκτάσεως των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά στον Ν. Αττικής, καθώς και της απόφασης του διευθύνοντος συμβούλου της ως άνω εταιρείας περί ανακήρυξης οριστικού πλειοδότη, όπως και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης. Τόσο η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, όσο και η ΕΤΑΔ ιδρύθηκαν χάριν του δημοσίου συμφέροντος, με αντικείμενο δραστηριότητας τη διαχείριση της κτηματικής περιουσίας του Δημοσίου. Η διαχείριση αυτή, εφόσον αφορά αντικείμενα της κτηματικής περιουσίας του Δημοσίου που δεν χαρακτηρίζονται ως πράγματα "εκτός συναλλαγής" (άρθρο 966 ΑΚ) και δεν υπάγονται στη δημόσια κτήση, αποτελεί διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Η εντός των προεκτεθέντων ορίων διαχειριστική δράση των ως άνω εταιρειών, καθώς και οι επιχειρούμενες εντός των ορίων αυτών πράξεις τους, εντάσσονται στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου και οι διαφορές που γεννώνται από τις πράξεις αυτές είναι ιδιωτικές, υπαγόμενες στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Σε αντίθεση, οι πράξεις διαχείρισης που δεν αφορούν την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, αλλά τη δημόσια κτήση, η οποία περιλαμβάνει πράγματα εκτός συναλλαγής που επιτελούν δημοσίους σκοπούς, ανήκουν στον πυρήνα της κρατικής εξουσίας και είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις, ακόμη και όταν η οικεία αρμοδιότητα ανατίθεται σε φορείς που οργανώνονται ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, οι οποίοι, κατά την άσκηση των εν λόγω αρμοδιοτήτων δημόσιας εξουσίας, δρουν ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οι πράξεις τους είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Παράλληλα, εκτελεστές διοικητικές πράξεις συνιστούν και οι πράξεις με τις οποίες επιχειρείται μεταβίβαση αντικειμένου της δημόσιας κτήσης, η οποία συνεπάγεται τον αποχαρακτηρισμό του ως πράγματος επιτελούντος δημόσιο σκοπό και τη μετάθεσή του στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου ή και την περαιτέρω εκποίησή του. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, οι εκδιδόμενες εκτελεστές διοικητικές πράξεις υπάγονται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον δεν έχουν υπαχθεί με ειδική διάταξη στην αρμοδιότητα διοικητικού δικαστηρίου. Με βάση τον χαρακτηρισμό του "παλαιού αιγιαλού" ως ανήκοντος στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, και ήδη στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου που περιήλθε κατά κυριότητα στην ΕΤΑΔ, διαφορές προκύπτουσες από επιχειρούμενη εκποίηση ακινήτου, το οποίο προέρχεται από ζώνη "παλαιού αιγιαλού" ανήκουν στον χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Δυνάμει του δευτέρου εδαφίου της §5 του άρθρου 2 του Ν. 2971/2001 εισάγεται εξαίρεση από τον θεσπιζόμενο κανόνα. Ειδικότερα, εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, από τις νεότερες ρυθμίσεις τα "ήδη κτηθέντα ιδιοκτησιακά δικαιώματα", στα οποία περιλαμβάνονται, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, όχι μόνο τα κτηθέντα δυνάμει ατομικών πράξεων παραχωρήσεως ιδιοκτησιακά δικαιώματα αλλά και τα δικαιώματα που είχαν παραχωρηθεί με νόμο, όπως το δικαίωμα κυριότητας που παραχωρήθηκε στην ΕΤΑΔ επί παλαιών αιγιαλών. Συνεπώς, το επίδικο ακίνητο δεν απέκτησε την ιδιότητα του κοινοχρήστου πράγματος, και, ως εκ τούτου, από την ένδικη αμφισβήτηση των προσβαλλομένων πράξεων πωλήσεως του ακινήτου με τη διενέργεια ανοικτού πλειοδοτικού διαγωνισμού γεννάται ιδιωτική διαφορά, αρμοδιότητας των πολιτικών δικαστηρίων. Επιπρόσθετα, δυνάμει της απόφασης της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ενισχύσεις («…») που χορήγησε η Ελλάδα στην επιχείρηση «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε.», έγινε δεκτό ότι διάφορα από τα μέτρα που ερεύνησε η Επιτροπή υπάγονταν εξ ολοκλήρου στις διατάξεις του άρθρου 296 (παρ. 1 περ. β΄) της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Συγκεκριμένα, κατά το συμπέρασμα της απόφασης της Επιτροπής, εκ των δεκαέξι μέτρων που αφορούσε η επίσημη διαδικασία έρευνας, ορισμένα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 §1 (της Συνθήκης ΕΚ), ορισμένα συνιστούν συμβιβάσιμη ενίσχυση, αρκετά συνιστούν μη συμβιβάσιμες ενισχύσεις, ενώ αρκετές ενισχύσεις που είχαν εγκριθεί από την Επιτροπή κατά το παρελθόν εφαρμόσθηκαν καταχρηστικά. Με την από 28.6.2012 απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) διαπιστώθηκε ότι η χώρα είχε παραλείψει να λάβει, εντός της ορισθείσης προθεσμίας, όλα τα απαραίτητα μέτρα συμμορφώσεως προς την απόφαση της Επιτροπής, καθώς και να παράσχει τις σχετικές πληροφορίες, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που της είχαν επιβληθεί με την ίδια απόφαση. Παρά τις ενέργειες του Δημοσίου, οι οποίες εντάσσονται στο σύνολο των ενεργειών στις οποίες έπρεπε να προβεί το Δημόσιο για την ανάκτηση της κρατικής ενισχύσεως σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής και τη "στρατιωτική απόφαση", το ΔΕΕ, με την από 14.11.2018 απόφασή του, διαπίστωσε ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν είχε λάβει όλα τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της απόφασής του της 28ης Ιουνίου 2012, με συνέπεια η χώρα να παραβεί τις υποχρεώσεις της βάσει του άρθρου 260 §1 ΣΛΕΕ. Διά τούτο, υποχρέωσε την Ελληνική Δημοκρατία, αφενός, να καταβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή χρηματική ποινή 7.294.000 ευρώ ανά εξάμηνο και, αφετέρου, να καταβάλει στην Επιτροπή κατ’ αποκοπήν ποσό 10.000.000 ευρώ. Το Δημόσιο και η ΕΤΑΔ, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 του Ν. 4664/2020, προέβλεψαν για σαράντα εννέα (49) έτη από τη σύναψη της σύμβασης παραχώρησης, με δυνατότητα παράτασης, την παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί της ζώνης ή τμημάτων της ζώνης αιγιαλού, έμπροσθεν των εγκαταστάσεων των ναυπηγείων Σκαραμαγκά, καθώς και επί του αναγκαίου θαλάσσιου χώρου, σε κάθε πρόσωπο, το οποίο λειτουργεί νομίμως επιχείρηση ναυπηγείου, συμπεριλαμβανομένης κάθε άλλης υποστηρικτικής προς αυτό δραστηριότητας, επί των γεωτεμαχίων που αποτελούν το όλο συγκρότημα των ναυπηγείων. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση (Μειοψ).