Πρόσφατη νομολογία


29 Σεπ 2023

ΟλΣτΕ 1534/2023: Σύμφωνη με το Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ & τον ΓΚΠΔ η διαδικασία απαλλαγής μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το μάθημα των θρησκευτικών

Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της διατάξεως της παραγράφου 3 του άρθρου 25 της 79942/ΓΔ4/21.5.2019 υπουργικής αποφάσεως, η οποία ορίζει ότι για την απαλλαγή των μη ορθόδοξων χριστιανών μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών υποβάλλεται αίτηση στον διευθυντή του σχολείου που αναφέρει: «Λόγοι θρησκευτικής συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή (μου ή του παιδιού μου) στο μάθημα των θρησκευτικών». Η στάθμιση, στην οποία προέβη ο κανονιστικός νομοθέτης με την προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση κατά τη ρύθμιση της διαδικασίας απαλλαγής των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, κείται εντός της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 37 του ν. 4777/2021 και η προβλεπόμενη υποβολή αιτήσεως (και όχι δηλώσεως, όπως ανακριβώς προβλήθηκε από τους αιτούντες) περί απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών, ως προϋπόθεση ασκήσεως του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας των μαθητών, δεν αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και του άρθρου 2 παρ. 2 του ΠΠΠ σε συνδυασμό με το άρθρο 9 της ΕΣΔΑ. Δεν συνάγεται δε το αντίθετο από τις αποφάσεις της Ολομελείας 1759-1760/2019 που επικαλέστηκαν οι αιτούντες, με τις οποίες ακυρώθηκαν υπουργικές αποφάσεις που προέβλεπαν το πεδίο «θρήσκευμα» στα απολυτήρια και στα πιστοποιητικά σπουδών, δεδομένου ότι οι αποφάσεις αυτές αντιμετώπισαν διαφορετικά νομικά ζητήματα, αναγόμενα στο περιεχόμενο δημοσίων εγγράφων και όχι τα τιθέμενα εν προκειμένω ζητήματα εκπαιδευτικής πολιτικής του κράτους στα πλαίσια των άρθρων 16 παρ. 2 του Συντάγματος και 2 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και, ειδικότερα, το ζήτημα των υποχρεωτικώς διδασκομένων μαθημάτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και της κατά το Σύνταγμα επιβαλλόμενης δυνατότητας απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών, τα οποία έχει αντιμετωπίσει το Δικαστήριο με σταθερή νομολογία. Η συλλογή και επεξεργασία των ειδικής αυτής κατηγορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παρίσταται νόμιμη και θεμιτή, κατά την έννοια του άρθρου 5 αλλά και του άρθρου 9 παρ. 1 και 2 του Γενικού Κανονισμού 2016/679, εφ’ όσον είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και αφορά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος. Εξάλλου, η εν λόγω επεξεργασία είναι απαραίτητη και για την άσκηση νομικής αξιώσεως των φορέων του δικαιώματος απαλλαγής μαθητών και των γονέων τους, αξίωση η οποία απορρέει από το δικαίωμα της ελευθερίας της θρησκευτικής συνειδήσεως, δεδομένου ότι η ένδικη διαδικασία θεσπίζεται χάριν απαλλαγής των μη ορθόδοξων χριστιανών μαθητών από την, επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τον νόμο, υποχρέωση παρακολουθήσεως του μαθήματος αυτού. Αποτελούν δε επαρκείς νομικές βάσεις επεξεργασίας για τα εν προκειμένω ειδικής κατηγορίας προσωπικά δεδομένα η περ. στ´ της παρ. 2 του άρθρου 9 του Κανονισμού, δηλαδή η περίπτωση της επεξεργασίας που είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων, σε συνδυασμό με την περ. ζ´ της παρ. 2 του άρθρου 9 του Κανονισμού, δηλαδή η περίπτωση της επεξεργασίας που είναι απαραίτητη για λόγους ουσιαστικού δημόσιου συμφέροντος, βάσει του δικαίου της Ένωσης ή κράτους μέλους, το οποίο είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο στόχο, σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων και προβλέπει κατάλληλα και συγκεκριμένα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων (περ. δ΄ παρ. 5 του άρθρου 3 της προσβαλλομένης). Κατά συνέπεια, τα περιεχόμενα στην αίτηση απαλλαγής προσωπικά δεδομένα τελούν σε αναγκαία σύνδεση με τους σκοπούς της επεξεργασίας (απαλλαγή από υποχρεωτικό μάθημα στους δικαιούμενους την απαλλαγή και αντίστοιχη οργάνωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, με μεταφορά σε άλλο τύπο μαθήματος/απασχόλησης), η δε συλλογή και η μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τους, για την οποία και μόνο παραπονούνται με την κρινόμενη αίτηση οι αιτούντες, χωρίς να αμφισβητούν την περαιτέρω καταχώριση της απαλλαγής στο πληροφοριακό σύστημα, δεν προσβάλλει την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή αποτυπώνεται και στην περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Γενικού Κανονισμού, υπό την ειδικότερη μορφή της αρχής της ελαχιστοποίησης των προσωπικών δεδομένων. Επομένως, η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων που λαμβάνει χώρα δυνάμει της αιτήσεως με το συγκεκριμένο περιεχόμενο που προβλέπει η προσβαλλόμενη απόφαση δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο. Περαιτέρω, κρίθηκε αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν εφάρμοσε τη Γνωμοδότηση 2/2022 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από την παράγραφο 5 της προσβαλλομένης αποφάσεως με τίτλο «Επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των υποκειμένων», η γνώμη της Αρχής ελήφθη υπόψη και υιοθετήθηκε στα σημεία που αφορούν στη διαχείριση και προστασία των προσωπικών δεδομένων των μαθητών κατά την καταχώρισή τους στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Τα ζητήματα αυτά, επί των οποίων αρμοδίως γνωμοδότησε η Αρχή, είχαν θέσει οι αιτούντες με αίτηση ακυρώσεως που είχαν ασκήσει κατά της προγενέστερης 61178/ΓΔ4/28.5.2021 κοινής αποφάσεως της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία ακυρώθηκε με την προεκτεθείσα 1478/2022 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεδομένου ότι δεν είχε τηρηθεί ο ουσιώδης τύπος της γνωμοδοτήσεως της Αρχής πριν από την έκδοσή της. Δεν αποτελούν δε αντικείμενο εξέτασης στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς, δεδομένου ότι δεν αμφισβητούνται από τους αιτούντες, οι οποίοι εν προκειμένω παραπονούνται μόνο για το περιεχόμενο της αιτήσεως που υποβάλλεται για την απαλλαγή των μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών. Ενόψει της διαφυλάξεως της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων, την οποία η ενωσιακή έννομη τάξη αναγνωρίζει και έναντι των αρχών προστασίας προσωπικών δεδομένων, δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να αποτελέσει μομφή για το καθού η αίτηση Υπουργείο η υιοθέτηση ερμηνείας συνταγματικών ή υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεων που έχει διατυπωθεί από το αρμόδιο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο. Ούτε, άλλωστε, μπορεί να αποτελέσει μομφή για τη Διοίκηση η διατήρηση του υποχρεωτικού χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών για τους ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές, αντί για τη μετατροπή του σε μάθημα επιλογής ή σε εντελώς προαιρετικό για όλους τους μαθητές, στην οποία κατατείνει, εντέλει, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως. Και τούτο, διότι το μάθημα των θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό κατά το Σύνταγμα, δεν αντίκειται δε ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του μαθήματος στην ΕΣΔΑ.


Σύνδεσμος

ΟλΣτΕ 1534/2023 - Πλήρες κείμενο »