3 Σεπ 2020
Δημόσια διαθήκη· σύνταξη· ακυρότητα· η δημόσια διαθήκη έχει την αυξημένη αποδεικτική δύναμη δημοσίου εγγράφου· ανταπόδειξη ως προς τα γεγονότα που βεβαιώνονται σ’ αυτή, είτε ως γενόμενα από το συμβολαιογράφο που τη συνέταξε, είτε ότι έγιναν ενώπιόν του επιτρέπεται μόνο με την προσβολή της ως πλαστής· ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης· περιπτώσεις· η συνδρομή της ανικανότητας κρίνεται κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης· διαθήκη που συντάσσεται από ανίκανο είναι αυτοδικαίως άκυρη και θεωρείται, εξ αρχής, ως μη γενομένη· η βεβαίωση του συμβολαιογράφου σε δημόσια διαθήκη, ότι ο διαθέτης έχει συνείδηση των πράξεών του ή ότι έχει τη χρήση του λογικού, αποτελεί αντικειμενική κρίση και αντίληψη αυτού, που δεν εμποδίζει την απόδειξη της ανικανότητας του διαθέτη, χωρίς να απαιτείται να προσβληθεί η διαθήκη για πλαστότητα.