Πρόσφατη νομολογία


11 Σεπ 2020

ΔΠρΛαμίας 387/2020: Διόρθωση δικαστικής απόφασης προς επανόρθωση φραστικών ή λεκτικών λαθών ή παραδρομών σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας

Σύμφωνα με το άρθρο 109 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, εκείνος που διατέλεσε διάδικος στη δίκη μπορεί με αίτησή του προς το δικαστήριο, να ζητήσει: τη διόρθωση της απόφασης που εκδόθηκε, αν σε αυτήν έχουν παρεισφρήσει λογιστικά ή γραφικά λάθη ή το διατακτικό της διατυπώθηκε ελλιπώς ή ανακριβώς. Στην κατά την προηγούμενη παράγραφο διόρθωση μπορεί να προβεί το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως. Η διαδικασία της αυτεπάγγελτης διόρθωσης δεν υπόκειται σε προθεσμία και κινείται με πράξη του προέδρου του συμβουλίου ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του εισηγητή δικαστή, με την οποία προσδιορίζονται τα λάθη και εισάγεται σε συμβούλιο, εφαρμοζομένης αναλόγως της διάταξης του άρθρου 126Α ΚΔΔ. Σύμφωνα με το άρθρο 111 παρ. 2, 3 ΚΔΔ, απόφαση με την οποία γίνεται η διόρθωση ή η ερμηνεία μνημονεύεται στο πρωτότυπο της αρχικής απόφασης και σημειώνεται στο βιβλίο δημοσίευσης των αποφάσεων, υπόκειται δε στα ένδικα μέσα που προβλέπονται για τη διορθούμενη ή ερμηνευόμενη. Στα αντίγραφα ή στα αποσπάσματα της διορθούμενης ή ερμηνευόμενης απόφασης πρέπει απαραιτήτως να σημειώνονται ο αριθμός και η χρονολογία δημοσίευσης της απόφασης που τη διορθώνει ή την ερμηνεύει. Με βάση τα ανωτέρω, η διόρθωση αποφάσεων του Δικαστηρίου γίνεται προς επανόρθωση φραστικών ή λεκτικών λαθών ή παραδρομών, είναι, δε, επιτρεπτή εφόσον δεν προστίθενται, ως συνέπεια της διόρθωσης αυτής, νέες διατάξεις στην απόφαση, δεν αλλοιώνεται η έννοιά της, ούτε επιδιώκεται η ανάπτυξη των σκέψεων του Δικαστηρίου.


Σύνδεσμος

ΔΠρΛαμ 387/2020 - Πλήρες κείμενο »