Πρόσφατη νομολογία


17 Αυγ 2020

ΔιατΕισΠρΠατρ 269/2020: Απιστία, έννοια της διαχείρισης. Απάτη, παράσταση ψευδών γεγονότων. Νομιμοποίηση παράνομων εσόδων. Απορρίπτεται ως αβάσιμη η έγκληση

Απορρίπτεται η έγκληση ως ουσία αβάσιμη, για τις πράξεις της απιστίας τελεσθείσας κατ' εξακολούθηση, η περιουσιακή ζημία εκ της οποίας υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, της απάτης τελεσθείσας κατ’ εξακολούθηση, το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία εκ της οποίας υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ, της ηθικής αυτουργίας στην κακουργηματική απάτη και της παράνομης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Εν προκειμένω, οι εγκαλούμενοι ανέλαβαν για λογαριασμό των εγκαλούντων, δυνάμει συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, να αγοράσουν ακίνητα, συνάπτοντας παράλληλα για το σκοπό αυτό συμβάσεις χορήγησης τραπεζικών δανείων.

Η απορριπτική διάταξη, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι, υποκείμενο της πράξης της απιστίας (άρθρο 390 ΠΚ) μπορεί να είναι μόνο πρόσωπο που έχει την επιμέλεια ή διαχείριση της περιουσίας άλλου, δηλαδή πρόσωπο που μπορεί να ενεργεί νομικές πράξεις και όχι απλώς υλικές και που έχει δυνατότητα ανάπτυξης πρωτοβουλίας και λήψης αποφάσεων με κίνδυνο και ευθύνη του. Η δε ζημιογόνος συμπεριφορά πρέπει να συνιστά πράξη διαχείρισης, κατά παράβαση των κανόνων της επιμελούς διαχείρισης. Αυτό δεν το αναφέρει ρητά ο νόμος , προκύπτει όμως λογικά από την ίδια την έννοια της διαχείρισης και ως εκ τούτου αποτελεί άγραφο στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης, που συμπληρώνει την πράξη της προσβολής του εννόμου αγαθού. Οι κανόνες της επιμελούς διαχείρισης δεν είναι ίδιοι σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά προσδιορίζονται μέσα στα όρια που διαγράφουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, οι συναλλακτικές συνήθειες, καθώς και ο οικονομικός και κοινωνικός σκοπός του διαχειριστικού δικαιώματος (άρθρο 281 ΑΚ). Σε περιπτώσεις όπου η απόφαση του διαχειριστή λαμβάνεται υπό συνθήκες αβεβαιότητας, η δράση του θα πρέπει να αξιολογείται με το πρίσμα μιας ex ante θεώρησης όλων των παραμέτρων που έπρεπε να λάβει υπόψη του ένας συνετός διαχειριστής, για να μη ζημιώσει την ξένη περιουσία, αφού μια εκ των υστέρων θεώρηση θα οδηγούσε σε αδράνεια κάθε διαχείριση. Στην υπό κρίση υπόθεση, τα συμβολαιογραφικά πληρεξούσια που χορήγησαν οι εγκαλούντες στους εγκαλούμενους, δεν παρείχαν καμία δυνατότητα πρωτοβουλίας και λήψης αποφάσεων κατά την κρίση τους, αλλά προσδιόριζαν επακριβώς τις χορηγούμενες εξουσίες. Επομένως, ο εγκαλούμενος δεν προέβη σε κατάχρηση της διαχειριστικής του εξουσίας προς τα έξω και συνεπώς δεν πραγματώνεται καν η αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω άρθρου.

Περαιτέρω, κρίθηκε ότι δεν χώρησε παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών από τους εγκαλουμένους, ούτε παραπλάνηση των εγκαλούντων, στοιχεία που απαιτούνται για την πραγμάτωση του εγκλήματος της απάτης.

Τέλος, δεν στοιχειοθετείται ούτε η παράνομη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, αφού τα χρήματα που κατέθεσε ο εγκαλούμενος προήλθαν από την ατομική του περιουσία, την οποία έχει αποκτήσει από την πολυετή νόμιμη επιχειρηματική του δραστηριότητα.


Σύνδεσμος

ΔιατΕισΠρΠατρ 269/2020 - Πλήρες κείμενο »