13 Ιουν 2024
Με την υπό κρίση αγωγή- προσφυγή, ενάγουσες – προσφεύγουσες εταιρείες ζητούν: α) να ανακληθούν, ακυρωθούν ή τροποποιηθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, αποφάσεις ή παραλείψεις, β) να αναγνωριστεί δικαστικά η έλλειψη νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης, γ) να αναγνωριστεί ότι, η προθεσμία εκτέλεσης της συμπληρωματικής σύμβασης πρέπει να προσδιοριστεί σύμφωνα με το υπ’ αριθ. πρωτ. …/9.3.2005 χρονοδιάγραμμα του έργου που υποβλήθηκε από την ανάδοχο κοινοπραξία, δ) να υποχρεωθεί δικαστικά η εναγόμενη – καθ’ ης ΕΛΤΑ Α.Ε. να εγκρίνει τη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης με προθεσμία ολοκλήρωσης του έργου, ε) να υποχρεωθεί δικαστικά η εναγόμενη - καθ’ ης ΕΛΤΑ Α.Ε. να μη συμπεριλάβει στο αντικείμενο της συμπληρωματικής σύμβασης την εκτέλεση εργασιών κατεδάφισης, ανακατασκευής και αναδιαμερισμάτωσης του κτιρίου γραφείων καθώς υπερβαίνουν το ποσοστό 50% του ποσού της αρχικής σύμβασης και στ) να υποχρεωθεί δικαστικά η εναγόμενη – καθ’ ης ΕΛΤΑ Α.Ε., όπως δια των αρμοδίων οργάνων της, προβεί στη σύνταξη Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (Α.Π.Ε.) και Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.). Σημειώνεται ότι τρεις εκ των εναγουσών – προσφευγουσών εταιρειών αποτελούν μέλη της υπ’ αριθ. (4) κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΝΕΟΥ ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΙΑΛΟΓΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ (ΚΔΑ)», δυνάμει της από 6.9.2002 εργολαβικής σύμβασης, που συνήψε με την εναγόμενη- καθ’ ης ανώνυμη εταιρία «ΕΛΤΑ Α.Ε.». Ως διοικητική σύμβαση θεωρείται η σύμβαση που συνάπτεται κατά τη νομοθεσία περί δημοσίων έργων, όταν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: (α) ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, (β) με τη σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος έχει αναγάγει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, και (γ) ο συμβατικός δεσμός διέπεται από εξαιρετικές ρήτρες, οι οποίες προσδίδουν στο συμβαλλόμενο Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, υπερέχουσα θέση έναντι του αντισυμβαλλομένου. Συνεπώς, όταν αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, η σύμβαση δεν είναι διοικητική. Εξάλλου, η εναγόμενη – καθ’ ης ανώνυμη εταιρία, συστήθηκε, με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 496/1970, ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με την επωνυμία «Ελληνικά Ταχυδρομεία» και το διακριτικό τίτλο «ΕΛ.ΤΑ.», για την οργάνωση, εκμετάλλευση και ανάπτυξη της ταχυδρομικής υπηρεσίας. Στην επίδικη περίπτωση, η διαφωνία προέκυψε από την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των ΕΛΤΑ (Προϊσταμένη Αρχή του έργου) περί: α) αύξησης του συμβατικού αντικειμένου του έργου, λόγω εφαρμογής του νέου συντελεστή σεισμικής επιτάχυνσης εδάφους, συνολικής δαπάνης 6.966.323 ευρώ και β) σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού Ανάθεσης Μελετών και Κατασκευών Τεχνικών Έργων ΕΛΤΑ. Η επίδικη σύμβαση δεν είναι διοικητική, εφόσον αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, ενώ για τον χαρακτήρα της εν λόγω σύμβασης δεν ασκεί οιαδήποτε επιρροή το γεγονός ότι, αυτή είχε συναφθεί κατά τη νομοθεσία περί δημοσίων έργων, ούτε ότι η αντισυμβαλλόμενη της αναδόχου κοινοπραξίας, είναι δημόσια επιχείρηση και, τουλάχιστον κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης, ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο. Το Δικαστήριο απέρριψε την κρινόμενη αγωγή-προσφυγή.