22 Σεπ 2022
Το άρθρο 12, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και δʹ, της οδηγίας 2003/6/ΕΚ, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς), και το άρθρο 23, παράγραφος 2, στοιχεία ζʹ και ηʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 596/2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ της Επιτροπής, σε συνδυασμό με το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/136/ΕΚ, και υπό το πρίσμα των άρθρων 7, 8 και 11, καθώς και του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν την έννοια ότι: δεν επιτρέπουν νομοθετικά μέτρα τα οποία προβλέπουν προληπτικώς, για τους σκοπούς της καταπολέμησης των αδικημάτων κατάχρησης της αγοράς, περιλαμβανομένης της κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών, ότι τα δεδομένα κίνησης διατηρούνται γενικώς και αδιακρίτως για ένα έτος από τη δημιουργία του σχετικού αρχείου. Το δίκαιο της Ένωσης δεν επιτρέπει σε εθνικό δικαστήριο να περιορίσει τα διαχρονικά αποτελέσματα της αποφάσεως την οποία οφείλει, δυνάμει του εθνικού δικαίου, να εκδώσει για να κηρύξει ανίσχυρες τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις που, αφενός, επιβάλλουν στους φορείς παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να διατηρούν γενικώς και αδιακρίτως τα δεδομένα κίνησης και, αφετέρου, επιτρέπουν την κοινοποίηση τέτοιων δεδομένων στην αρμόδια αρχή του χρηματοπιστωτικού τομέα χωρίς προηγούμενη άδεια από δικαστήριο ή ανεξάρτητη διοικητική αρχή, λόγω της ασυμβατότητας της νομοθεσίας αυτής με το άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/58, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/136, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του Χάρτη του Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το αν αποδεικτικά στοιχεία που έχουν αποκτηθεί κατ’ εφαρμογήν εθνικών νομοθετικών διατάξεων αντίθετων προς το δίκαιο της Ένωσης πρέπει να γίνουν δεκτά αποτελεί, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, ζήτημα το οποίο άπτεται του εθνικού δικαίου, υπό την επιφύλαξη της τήρησης, ειδικότερα, των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας.
ΔΕΕ της 20.09.2022, C-339/20 και C-397/20, αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως - Πλήρες κείμενο »