5 Ιουλ 2023
Η διαπίστωση ότι μια κάθετη συμφωνία για τον καθορισμό ελάχιστων τιμών μεταπώλησης συνεπάγεται «περιορισμό του ανταγωνισμού ως εκ του αντικειμένου» είναι δυνατή μόνον αφού διακριβωθεί ότι η συμφωνία αυτή είναι αρκούντως επιζήμια για τον ανταγωνισμό, λαμβανομένων υπόψη του περιεχομένου των διατάξεών της, των σκοπών που επιδιώκει καθώς και του συνόλου των στοιχείων που χαρακτηρίζουν το οικονομικό και το νομικό πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται. Επίσης, υφίσταται «συμφωνία», κατά το άρθρο 101 ΣΛΕΕ, όταν ο προμηθευτής επιβάλλει στους διανομείς του ελάχιστες τιμές μεταπώλησης για τα προϊόντα που εμπορεύεται, στο μέτρο που η επιβολή των τιμών από τον προμηθευτή και η τήρησή τους από τους διανομείς αποτελούν εκδήλωση της σύμπτωσης βουλήσεων των μερών αυτών. Αυτή η σύμπτωση των βουλήσεων των μερών μπορεί να συνάγεται τόσο από ρήτρες της οικείας σύμβασης διανομής, όταν περιλαμβάνει ρητή πρόσκληση για τήρηση των ελάχιστων τιμών μεταπώλησης ή έστω επιτρέπει στον προμηθευτή να επιβάλλει τέτοιες τιμές, όσο και από τη συμπεριφορά των μερών και, ιδίως, από την ενδεχόμενη ύπαρξη συναίνεσης, ρητής ή σιωπηρής, των διανομέων σε πρόσκληση για τήρηση των ελάχιστων τιμών μεταπώλησης. Επιπλέον, η ύπαρξη «συμφωνίας», κατά το ίδιο άρθρο, μεταξύ ενός προμηθευτή και των διανομέων του αποδεικνύεται όχι μόνο με άμεσες αποδείξεις, αλλά και με βάση αντικειμενικές και συγκλίνουσες ενδείξεις, εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη τέτοιας συμφωνίας. Τέλος, δεν αποκλείεται να μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών μια κάθετη συμφωνία για τον καθορισμό ελάχιστων τιμών μεταπώλησης η οποία καλύπτει σχεδόν εξ ολοκλήρου, αλλά όχι στο σύνολό του, το έδαφος κράτους μέλους.