29 Φεβ 2024
Ο καταγγέλλων, κάτοικος εξωτερικού, απευθύνθηκε στην Αρχή για την παράνομη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του στην οποία προέβη λογιστής, για τον σκοπό υποβολής δήλωσης εισοδήματος (Ε1) για το έτος 2020, κατόπιν θανάτου του πατρός του καταγγέλλοντος, με τον οποίο δεν διατηρούσαν επαφές. Κατά τους ισχυρισμούς του, η δήλωση υπεβλήθη στην αρμόδια ΔΟΥ δίχως την παροχή της σχετικής εντολής, με τον καθ’ ου να έχει χρησιμοποιήσει τα προσωπικά στοιχεία του καταγγέλλοντος, όπως το ονοματεπώνυμο και το ΑΦΜ, προκειμένου να υποβάλλει τη σχετική δήλωση, ορίζοντας αυτόν ως φορολογικό εκπρόσωπο του θανόντος. Σημειώνεται ότι ο καθ’ ου υποστήριξε στην Αρχή, έπειτα από ερώτημά της, ότι προέβη στη διενέργεια δήλωσης προκειμένου να μην επιβαρυνθεί ο υιός του αποβιώσαντος, ως ο πλησιέστερος συγγενής του εντολέα του κατά το χρόνο του θανάτου του. Η Αρχή διαπίστωσε ότι ο καθ’ ου, στο πλαίσιο εντολής του θανόντος εντολέα/πατέρα του καταγγέλλοντος, γνώριζε το ονοματεπώνυμο και το ΑΦΜ του τελευταίου και έκανε χρήση των δεδομένων αυτών προς κατάρτιση και υποβολή της δήλωσης εισοδήματος στην αρμόδια ΔΟΥ. Ωστόσο, ο ίδιος δεν προσκόμισε ενώπιον της Αρχής την επικαλούμενη σύμβαση εντολής, η οποία λύνεται με το θάνατο του εντολέα, εφόσον δεν ορίζεται το αντίθετο, ούτε άλλης φύσεως σύμβαση παροχής υπηρεσιών, η οποία να τεκμηριώνει την ύπαρξη συμβατικής σχέσης του καθ’ ου με τον θανόντα εντολέα/πατέρα του καταγγέλλοντος. Δεδομένου ότι δεν ηδύνατο να τεκμηριωθεί άλλη νομική υποχρέωση για την υποβολή δήλωσης με ταυτόχρονη κοινοποίηση των δεδομένων των κληρονόμων, διαπιστώθηκε παραβίαση της αρχής νομιμότητας της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων. Η Αρχή διαπίστωσε, επιπροσθέτως, παραβίαση της αρχής της λογοδοσίας και του δικαιώματος της συγκατάθεσης, όπως επίσης και του δικαιώματος πρόσβασης, ενώ επέβαλλε στον καθ’ ου διοικητικό πρόστιμο ύψους 1.000 ευρώ.