31 Αυγ 2021
Με τα άρθρα 135 περ. ε’ και 136 παρ. 1 β’ ΚΠΔ, ρυθμίζεται ο θεσμός της τοπικής αρμοδιότητας των ποινικών δικαστηρίων κατά παραπομπή, όταν εγκαλών στην υπό κρίση πράξη είναι δικαστικός λειτουργός που υπηρετεί στο καταρχήν αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 122-125 ΚΠΔ. Ο θεσμός αυτός κάμπτει τη συνήθη αρμοδιότητα, με σκοπό την εξασφάλιση της απόλυτης ανεξαρτησίας της κρίσης του δικαστικού λειτουργού και τον αποκλεισμό κάθε υπόνοιας για μεροληψία του, οφειλόμενης στο γεγονός ότι ο εγκαλών ή αδικηθείς ή ο κατηγορούμενος δικαστικός λειτουργός υπηρετεί στο ίδιο δικαστήριο. Η παραπομπή αυτή σε άλλο δικαστήριο γίνεται στο στάδιο της κύριας διαδικασίας, αλλά και της προδικασίας. Ωστόσο, κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη η παραπομπή δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση των αυτόφωρων εγκλημάτων που στρέφονται κατά της τιμής και της σωματικής ακεραιότητας δικαστικών λειτουργών. Τη ρύθμιση αυτή επιβάλλει, πλέον της αρχής της ισονομίας των πολιτών, η διαφύλαξη του αισθήματος ασφάλειας των δικαστικών λειτουργών. Και τούτο διότι το ενδεχόμενο της κίνησης της διαδικασίας παραπομπής τους αποθαρρύνει από την δικαστική προστασία της προσωπικότητάς τους με αντίστοιχη δημιουργία κλίματος οιονεί "ατιμωρησίας" τυχόν επίδοξων υπαιτίων.
Αυτή η εξαίρεση καταλαμβάνει και εγκλήματα που τελούνται εκτός ακροατηρίου, ενώ δεν απαιτείται αυτά να σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων των δικαστικών λειτουργών.
Για τους λόγους αυτούς ο Άρειος Πάγος απέρριψε ως νόμω αβάσιμη την αίτηση της Αντεισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης για παραπομπή των εφέσεων και αιτήσεων αναστολής εκτέλεσης των καταδικασθέντων για τις πράξεις της εξύβρισης και συκοφαντικής δυσφήμισης σε βάρος Εισαγγελέα Εφετών, τελεσθείσες μέσω διαδικτύου. Εξάλλου, τα εν λόγω αδικήματα θεωρούνται διαρκή, η αφετηρία των οποίων τοποθετείται στο χρόνο εκάστης δημοσιεύσεως στο διαδίκτυο, ενώ η υποβολή εγκλήσεως και η επ' αυτοφώρω σύλληψη των δραστών δύναται να λάβει χώρα ανά πάσα στιγμή της διάρκειας της δημοσιεύσεως.