7 Οκτ 2019
Αναιρείται εν μέρει η απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, ως προς τη διάταξη περί επιβολής ποινής και περί απόρριψης του ισχυρισμού για τη συνδρομή ελαφρυντικών περιστάσεων στο πρόσωπο της κατηγορουμένης, που κρίθηκε ένοχη για την πράξη της συμμετοχής σε απόδραση φυλακισμένου.
Ειδικότερα, κρίθηκε ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν διέλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, καθώς απέρριψε την προταθείσα ελαφρυντική περίσταση περί έμπρακτης μετάνοιας, αιτιολογώντας την κρίση του με γενικό τρόπο, χωρίς να αναφερθεί στα επικληθέντα από την κατηγορουμένη πραγματικά περιστατικά.
Επιπλέον όμως κρίθηκε ότι, συντρέχει περίπτωση εφαρμογής αυτεπαγγέλτως από τον Άρειο Πάγο, μεταξύ άλλων, της ευμενέστερης διάταξης του άρθρου 84 παρ.2α ΠΚ. Ειδικότερα, σύμφωνα με το νέο ΠΚ, κριτήριο για τη συνδρομή της ελαφρυντικής αυτής περίστασης είναι η σύννομη ζωή του υπαιτίου, που υπάρχει όταν αυτός δεν έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη, παραβιάζοντας επιτακτικούς ή απαγορευτικούς κανόνες δικαίου, του λευκού ποινικού μητρώου μη όντος του μόνου αποδεικτικού στοιχείου για την κατάφαση της περίστασης αυτής, του δικαστού δυνάμενου να κρίνει στα πλαίσια που ορίζονται από τα άρθρο 178 του Κ.Π.Δ.. Με τη νέα διάταξη διευρύνεται η δυνατότητα αναγνώρισης της ελαφρυντικής αυτής περίστασης, καθόσον υιοθετήθηκε το δεκτικό βεβαίωσης κριτήριο της "νόμιμης" ζωής έναντι του απροσδιόριστου κριτηρίου της "έντιμης" ζωής, που απαιτούνταν από την προϊσχύσασα διάταξη και δεν ελέγχεται πλέον η κατά το Σύνταγμα "απαραβίαστη" προηγούμενη ατομική και οικογενειακή ζωή του υπαιτίου.
Μάλιστα, επισημαίνεται ότι, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του νέου ΠΚ, (που ισχύει από 1.7.2019), δεν αποκλείεται να εφαρμοσθεί εν μέρει ο προηγούμενος νόμος και εν μέρει ο νεότερος νόμος, με επιλογή των ευμενέστερων διατάξεων καθενός από αυτούς και έτσι να εφαρμόζεται αφενός ένας νόμος ως προς τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αφετέρου άλλος νόμος ως προς την απειλούμενη ποινή.